Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Το νομοσχέδιο για αύξηση κατώτατου μισθού...


Το νομοσχέδιο για αύξηση κατώτατου μισθού και συλλογικές διαπραγματεύσεις
... και συλλογικές διαπραγματεύσεις...
To νομοσχέδιο «Τροποποίηση διατάξεων του Νόμου 1876/1990 – Αποκατάσταση και Αναμόρφωση του πλαισίου περί Συλλογικών Διαπραγματεύσεων, Μεσολάβησης και Διαιτησίας και άλλες διατάξεις» που προωθεί την...
αποκατάσταση του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων και την επαναφορά του κατώτατου μισθού την 1η Οκτωβρίου στα 650 ευρώ μεικτά (από 510 ευρώ για τους νέους κάτω των 25 ετών και από 586 ευρώ για τους άνω των 25 ετών) και στα 751 ευρώ την 1η Ιουλίου 2016 εστάλη από τον Υπουργό Εργασίας Πάνο Σκουρλέτη   για γνωμοδότησηστην ΟΚΕ.

Αναλυτικά το νομοσχέδιο περιλαμβάνει 17 άρθρα.

Άρθρο 1

Το άρθρο 2 του νόμου 1876/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

Περιεχόμενο της συλλογικής σύμβασης εργασίας

Η συλλογική σύμβαση εργασίας μπορεί να ρυθμίζει:

1. Ζητήματα σχετικά με τη σύναψη, τους όρους και τη λήξη των ατομικών συμβάσεων εργασίας που εμπίπτουν στο πεδίο ισχύος της.
2. Ζητήματα που αφορούν στην άσκηση του συνδικαλιστικού δικαιώματος στην επιχείρηση, στην παροχή συνδικαλιστικών διευκολύνσεων και στον τρόπο παρακράτησης των συνδικαλιστικών εισφορών και της απόδοσής τους στις δικαιούχες οργανώσεις.
3. Ζητήματα κοινωνικής ασφάλισης, εκτός από τα συνταξιοδοτικά, εφ' όσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τη συνταγματική τάξη και την πολιτική των δημόσιων φορέων κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και ζητήματα της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του νόμου 3029/2002.
Στην έννοια των συνταξιοδοτικών θεμάτων, που δεν μπορεί να αποτελέσουν περιεχόμενο συλλογικής σύμβασης εργασίας, περιλαμβάνονται και η μεταβολή, αμέσως ή εμμέσως της σχέσης ασφαλίστρου εργαζόμενου και εργοδότη, η μεταβίβαση του βάρους εν όλω ή εν μέρει τακτικών εισφορών ή εισφορών για αναγνώριση προϋπηρεσιών από τον ένα στον άλλο καθώς και η σύσταση ειδικών ταμείων ή λογαριασμών, που χορηγούν περιοδικές παροχές συντάξεων ή εφάπαξ βοήθημα με επιβάρυνση του εργοδότη.
4. Ζητήματα σχετικά με την άσκηση της επιχειρηματικής πολιτικής στο μέτρο που αυτή επηρεάζει τις εργασιακές σχέσεις.
5. Ζητήματα που αφορούν στην ερμηνεία των όρων της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
6. Ζητήματα που προβλέπονται στο άρθρο 12 του ν. 1767/1988 (ΦΕΚ Α' 63) με επιφύλαξη και των αρμοδιοτήτων των συμβουλίων των εργαζομένων.
7. Τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών.
8. Ζητήματα σχετικά με τις διαδικασίες και τους όρους συλλογικής διαπραγμάτευσης, μεσολάβησης και διαιτησίας.
9. Η συλλογική σύμβαση εργασίας μπορεί να περιέχει ρήτρα ειρήνης σχετικά με τα ζητήματα που ρυθμίζει.
10. Με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ζητήματα σχετικά με την επαναρρύθμιση ή συμπλήρωση των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 6 του άρθρου 38 του νόμου 1892/1990 για τη μερική απασχόληση, καθώς και των παραγράφων 1, 2, 3 και 7 του άρθρου 40 του νόμου 1892/1990 για τις πρόσθετες ομάδες εργασίας.


Άρθρο 2
Το άρθρο 3 του νόμου 1876/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

Είδη Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και αρμοδιότητα σύναψής τους
1. Είδη συλλογικών συμβάσεων εργασίας είναι ιδίως τα εξής: 
α. Η εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας, που αφορά τους εργαζόμενους όλης της χώρας.
β. Οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που αφορούν τους εργαζόμενους περισσότερων ομοειδών ή συναφών εκμεταλλεύσεων ή επιχειρήσεων ορισμένης πόλης ή περιφέρειας ή και όλης της χώρας.
γ. Οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που αφορούν τους εργαζόμενους μιας εκμετάλλευσης ή επιχείρησης ή ιδρυμάτων, οργανισμών, σωματείων, συλλόγων και λοιπών νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
δ. Οι ομιλικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που αφορούν τους εργαζομένους ομίλων συνδεδεμένων επιχειρήσεων. Για την εφαρμογή του νόμου αυτού συνδεδεμένες επιχειρήσεις είναι οι επιχειρήσεις εκείνες, μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική. Σχέση μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική υπάρχει όταν μία επιχείρηση (μητρική):
δα) έχει την πλειοψηφία του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου μιας άλλης (θυγατρικής) επιχείρησης, έστω και αν η πλειοψηφία αυτή σχηματίζεται ύστερα από συνυπολογισμό των τίτλων και δικαιωμάτων που κατέχονται από τρίτους για λογαριασμό της μητρικής επιχείρησης
δβ) ή ελέγχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου μιας άλλης (θυγατρικής) επιχείρησης ύστερα από συμφωνία με άλλους μετόχους ή εταίρους της επιχείρησης αυτής,
δγ) ή συμμετέχει στο κεφάλαιο μιας άλλης επιχείρησης και έχει το δικαίωμα είτε άμεσα είτε μέσω τρίτων να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών των οργάνων διοίκησης της επιχείρησης αυτής (θυγατρικής)
δδ) ή έχει την εξουσία να ασκεί ή πράγματι ασκεί κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο σε άλλη επιχείρηση (θυγατρική επιχείρηση).
ε. Οι εθνικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που αφορούν τους εργαζόμενους ορισμένου επαγγέλματος και των συναφών ειδικοτήτων όλης της χώρας.
στ. Οι τοπικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που αφορούν τους εργαζόμενους ορισμένου επαγγέλματος ή και των συναφών ειδικοτήτων συγκεκριμένης πόλης ή περιφέρειας.
2. Οι κλαδικές, επιχειρησιακές, ομιλικές και εθνικές ή τοπικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεν επιτρέπεται να περιέχουν όρους αμοιβής και εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους αμοιβής και εργασίας των εθνικών γενικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
3. Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται από τις τριτοβάθμιες οργανώσεις των εργαζομένων και τις αναγνωριζόμενες ως ευρύτερης εκπροσώπησης ή πανελλήνιας έκτασης οργανώσεις των εργοδοτών.
4. Οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται από πρωτοβάθμιες ή δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις που καλύπτουν εργαζόμενους ανεξάρτητα από το επάγγελμα ή την ειδικότητά τους, ομοειδών ή συναφών επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου και από εργοδοτικές οργανώσεις ή και από εκπροσώπους των εργοδοτών, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 6.
5. Οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται, κατά σειρά προτεραιότητας, από συνδικαλιστικές οργανώσεις της επιχείρησης που καλύπτουν τους εργαζόμενους ανεξάρτητα από την κατηγορία, τη θέση ή την ειδικότητα και, εφ' όσον ελλείπουν τέτοιες, από τις αντίστοιχες πρωτοβάθμιες κλαδικές οργανώσεις ή ελλείψει τέτοιων, από τις δευτεροβάθμιες κλαδικές οργανώσεις και από τον εργοδότη.
6. Οι ομιλικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται από τη μητρική εταιρεία, κατά την έννοια της παραγράφου 1 περιπτώσεις δα’ έως δδ’ ή από εξουσιοδοτημένους εκπροσώπους όλων των συνδεδεμένων επιχειρήσεων του ομίλου και, από την πλευρά των εργαζομένων, από την πλέον αντιπροσωπευτική πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων σε επίπεδο ομίλου και, εφόσον ελλείπει τέτοια, από τη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων στον όμιλο. Αν ελλείπει και αυτή, αρμόδια από πλευράς εργαζομένων είναι η δευτεροβάθμια κλαδική συνδικαλιστική οργάνωση. Οι λοιπές συνδεδεμένες επιχειρήσεις και οι λοιπές συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων στις επιχειρήσεις του ομίλου, δικαιούνται να μετέχουν στις διαπραγματεύσεις και να υπογράφουν τη συλλογική σύμβαση.
7. Οι εθνικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται από δευτεροβάθμιες ή πρωτοβάθμιες ομοιοεπαγγελματικές συνδικαλιστικές οργανώσεις πανελλήνιας έκτασης των εργαζομένων και από ευρύτερης εκπροσώπησης ή πανελλήνιας έκτασης εργοδοτικές οργανώσεις.
8. Οι τοπικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται από ομοιοεπαγγελματικές συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων, πρωτοβάθμιες ή δευτεροβάθμιες, τοπικού χαρακτήρα και από εργοδοτικές οργανώσεις.


Άρθρο 3
Το άρθρο 4 του νόμου 1876/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

Διαδικασία διαπραγματεύσεων - Δικαίωμα και υποχρέωση για διαπραγμάτευση
1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών και οι μεμονωμένοι εργοδότες έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να διαπραγματεύονται για την κατάρτιση συλλογικής σύμβασης εργασίας.
2. Η πλευρά που ασκεί το δικαίωμα για διαπραγμάτευση είναι υποχρεωμένη να γνωστοποιεί στην άλλη πλευρά με έγγραφο τον τόπο των διαπραγματεύσεων και τα υπό διαπραγμάτευση θέματα. Το έγγραφο αυτό κοινοποιείται στο κατά τόπο αρμόδιο τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων.
3. Στις επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, το έγγραφο της παραγράφου 2 κοινοποιείται επιπλέον σε όλες τις αρμόδιες συνδικαλιστικές οργανώσεις της επιχείρησης. Στις ομιλικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, το έγγραφο κοινοποιείται επιπλέον σε όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των επιχειρήσεων του ομίλου και σε όλες τις επιχειρήσεις του ομίλου.
4. Με το ίδιο έγγραφο γνωστοποιούνται τα εξουσιοδοτημένα για διαπραγμάτευση πρόσωπα.
5. Η άλλη πλευρά οφείλει να προσέλθει σε διαπραγμάτευση μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από τη γνωστοποίηση των θεμάτων και να ορίσει τους αντιπροσώπους της. Η προθεσμία αυτή περιορίζεται σε 24 ώρες, εφ' όσον πρόκειται για ζητήματα που απαιτούν από τη φύση τους άμεση αντιμετώπιση.
6. Ο ορισμός των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων για τη διαπραγμάτευση γίνεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου τους, εκτός εάν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά.
7. Οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται καλόπιστα και με πρόθεση να επιλυθεί η συλλογική διαφορά. Τα μέρη οφείλουν να αιτιολογούν τις προτάσεις και τις αντιπροτάσεις τους.
8. Η εργατική πλευρά δικαιούται να αξιώσει από την εργοδοτική πλήρη και ακριβή πληροφόρηση, καθώς και την παροχή όλων των στοιχείων που είναι αναγκαία για τη διευκόλυνση των διαπραγματεύσεων των υπό συζήτηση θεμάτων και αναφέρονται στην οικονομική κατάσταση, την οικονομική πολιτική και την πολιτική προσωπικού, ανάλογα με το επίπεδο διαπραγμάτευσης. Στις επιχειρησιακές συλλογικές διαπραγματεύσεις, πλέον των ανωτέρω γενικών στοιχείων, η εργοδοτική πλευρά υποχρεούται να παράσχει ακριβή πληροφόρηση και τα πλήρη στοιχεία αναφορικά με το συνολικό μισθολογικό κόστος (ανά εκμετάλλευση ή υπηρεσιακή μονάδα και ανά ειδικότητα εργασίας), τις λειτουργικές δαπάνες και τον ισολογισμό της επιχείρησης. Στις ομιλικές συλλογικές διαπραγματεύσεις, η εργοδοτική πλευρά υποχρεούται να παράσχει ακριβή πληροφόρηση και τα πλήρη στοιχεία που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, για κάθε μία από τις επιχειρήσεις του ομίλου. 
9. Στοιχεία που η εργοδοτική πλευρά δεν προσκόμισε, κατά παράβαση της υποχρέωσης της προηγούμενης παραγράφου, δεν μπορεί να τα επικαλεστεί το πρώτον κατά τις διαδικασίες της μεσολάβησης και διαιτησίας των άρθρων 14 έως 16.
10. Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 13 του ν. 1767/1988 εφαρμόζονται ανάλογα στην περίπτωση του άρθρου αυτού. 
11. Οι δημόσιες αρχές έχουν την υποχρέωση να παρέχουν τις αναγκαίες πληροφορίες που αφορούν τις εξελίξεις της Εθνικής Οικονομίας, καθώς και στοιχεία για τους τομείς απασχόλησης, τιμών και μισθών.
12. Συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων της ίδιας επιχείρησης, του ομίλου, του κλάδου ή επαγγέλματος δικαιούνται να παρέμβουν στις διαπραγματεύσεις που τους αφορούν. Εφ' όσον συνυπογράφουν τη συλλογική σύμβαση εργασίας, δεσμεύονται από αυτήν.
13. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και της διαδικασίας μεσολάβησης και διαιτησίας, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων διατηρούν το δικαίωμα της απεργίας, εκτός αν αυτό έχει αποκλειστεί από προηγούμενη συλλογική σύμβαση εργασίας.
14. Κατά τις διαπραγματεύσεις τηρούνται πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τους αντιπροσώπους των μερών.



Άρθρο 4
Το άρθρο 5 του νόμου 1876/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

Διαδικασία υπογραφής και θέση σε ισχύ της συλλογικής σύμβασης εργασίας
1. Εφ' όσον οι συλλογικές διαπραγματεύσεις καταλήξουν σε συμφωνία, αυτή καταρτίζεται εγγράφως σε τρία πρωτότυπα, τα οποία υπογράφονται από τους αντιπροσώπους των μερών.
2. Από την 1.10.2015, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας πρέπει να περιλαμβάνουν ρητά το περιεχόμενο των κανονιστικών και ενοχικών όρων που διατηρούνται σε ισχύ.
3. Από την 1.10.2015, σε συλλογικές συμβάσεις εργασίας με τις οποίες ρυθμίζονται όροι αμοιβής προσαρτάται υποχρεωτικά, ως αναπόσπαστο τμήμα, παράρτημα «Πίνακας Αποδοχών», στο οποίο αποτυπώνονται αναλυτικά, οι τιθέμενοι με τη συλλογική σύμβαση όροι αμοιβής, μισθοί, επιδόματα και κάθε είδους χρηματικές προσαυξήσεις ή παροχές που δικαιούνται οι εργαζόμενοι ανά ειδικότητα, εξειδίκευση, χρόνο προϋπηρεσίας, κατηγορία, θέση, συνθήκες εργασίας.
4. Στο έγγραφο της συλλογικής σύμβασης εργασίας πρέπει να αναφέρονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις που συμβλήθηκαν και οι εκπρόσωποί τους, η χρονολογία της κατάρτισης και η έκταση της εφαρμογής της.
5. Το ένα από τα πρωτότυπα κατατίθεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο στο κατά τόπο αρμόδιο τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων όπου καταρτίστηκε η συλλογική σύμβαση εργασίας. Ειδικά η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και οι κλαδικές και εθνικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας κατατίθενται στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Ο αρμόδιος υπάλληλος συντάσσει πράξη κατάθεσης επάνω στο πρωτότυπο έγγραφο, η οποία υπογράφεται από αυτόν και από τον καταθέτη.
6. Σε κάθε κατά τόπο Τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων και στην αρμόδια κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, τηρείται ειδικό βιβλίο συλλογικών συμβάσεων και διαιτητικών αποφάσεων, όπου καταγράφονται όλα τα βασικά στοιχεία της συλλογικής σύμβασης εργασίας καθώς και οι προσχωρήσεις, οι επεκτάσεις, οι καταγγελίες και οι συμφωνίες από μεσολάβηση. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας καταχωρούνται στο βιβλίο αυτό την ίδια μέρα που κατατίθενται.
7. Η υπηρεσία χορηγεί αντίγραφο της συλλογικής σύμβασης εργασίας σε κάθε ενδιαφερόμενο εφ' όσον υποβάλλει σχετική αίτηση.
8. Στην κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης τηρείται γενικό μητρώο, στο οποίο καταχωρίζονται όλες οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας κατά είδος και τα κείμενα αυτά αναρτώνται στο διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
9. Ο εργοδότης οφείλει να κοινοποιεί στο Συμβούλιο Εργαζομένων της επιχείρησης ή του ομίλου κάθε επιχειρησιακή ή ομιλική συλλογική σύμβαση εργασίας καθώς και κάθε τροποποίησή της.
10. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.




Άρθρο 5
Το άρθρο 6 του νόμου 1876/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

Ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας

Ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας. 
1. Ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας έχουν:
α. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών όλων των βαθμίδων στο πεδίο της δραστηριότητάς τους. Η ικανότητα των εργοδοτικών συνδικαλιστικών οργανώσεων για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας είναι ανεξάρτητη από την ύπαρξη ή μη σχετικής ή αντίθετης πρόβλεψης στο καταστατικό τους. 
Ειδικότερα για την παρ. 3 του άρθρου 3 του νόμου αυτού, από την πλευρά των εργαζομένων, ικανότητα για σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας έχει η πλέον αντιπροσωπευτική τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση. Για τις υπόλοιπες συλλογικές συμβάσεις εργασίας του άρθρου 3 αυτού του νόμου, από την πλευρά των εργαζομένων, ικανότητα για σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας έχει η πλέον αντιπροσωπευτική συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων στο πεδίο ισχύος της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
β. Κάθε εργοδότης, για τους εργαζομένους που απασχολεί στην επιχείρησή του ή, στην περίπτωση των ομιλικών συμβάσεων, η μητρική επιχείρηση ή οι εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι των συνδεδεμένων επιχειρήσεων, για τους εργαζομένους που απασχολούνται στον όμιλο. 
γ. Για τους εργαζόμενους σε δικηγορικά, σε συμβολαιογραφικά και άλλα γραφεία η σχετική συλλογική σύμβαση θα υπογράφεται ή η διαιτητική διαδικασία θα διεξάγεται μεταξύ της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων και του οικείου Ν.Π.Δ.Δ. στο οποίο υπάγονται οι εργοδότες.
δ. Ως προς τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν εργοδοτικές οργανώσεις του κλάδου, από μεμονωμένους εργοδότες ή από εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο ή εκπροσώπους τους, εφ' όσον αυτοί οι εργοδότες καλύπτουν το 51% των εργαζομένων στον κλάδο και μέχρι δέκα (10) εργοδότες. 
Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις καλείται σε διαπραγμάτευση η υπερκείμενη εργοδοτική οργάνωση που καλύπτει τον κλάδο. Σε περίπτωση άρνησης προσέλευσης, σύμφωνα με ανωτέρω, των εργοδοτών στις διαπραγματεύσεις ή αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 14, 15 και 16.
2. Κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας είναι ο αριθμός των εργαζομένων που ψήφισε στις τελευταίες εκλογές για ανάδειξη διοίκησης. Ειδικά για τις επιχειρησιακές και τις ομιλικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ως αντιπροσωπευτικές νοούνται μόνον οργανώσεις που δύνανται να καλύπτουν το σύνολο των εργαζομένων της επιχείρησης ή του ομίλου ανεξάρτητα από την κατηγορία, τη θέση ή την ειδικότητα.
3. Αμφισβήτηση της αντιπροσωπευτικότητας μπορεί να εγερθεί με προσφυγή συνδικαλιστικής οργάνωσης, αρμόδιας να υπογράψει αντίστοιχη συλλογική σύμβαση εργασίας, μέσα σε προθεσμία 10 ημερών από την κοινοποίηση σε αυτήν του εγγράφου που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, οπότε και αναστέλλονται οι διαπραγματεύσεις.
4. Η προσφυγή κρίνεται από την επιτροπή του άρθρου 15 του νόμου 1264/1982, η οποία αποφασίζει μέσα σε προθεσμία 10 ημερών. Σε περίπτωση που δεν εκδίδεται απόφαση μέσα στην παραπάνω προθεσμία, ο πρόεδρος της επιτροπής υποχρεούται να εκδώσει μόνος του απόφαση μέσα σε 48 ώρες. Κατά της απόφασης αυτής της επιτροπής δεν χωρεί άσκηση εφέσεως. Η διάταξη αυτή ισχύει ανάλογα και όταν προκύψει περίπτωση αμφισβήτησης της αρμοδιότητας εργοδοτικής οργάνωσης κατά την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
5. Για τη νομιμοποίηση των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των καταστατικών τους.

Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο, ΕΔΩ...

Δεν υπάρχουν σχόλια: