Θετικά
ανταποκρίθηκαν η ΕΣΕΕ και η ΓΣΕΒΕΕ στην πρόταση του ΣΕΒ για διάλογο στα
εργασιακά, και κυρίως τον κατώτατο μισθό και τη μετενέργεια. Η ίδια η
ΓΣΕΕ πάντως αντιπρότεινε
την άμεση σύγκληση των επιτροπών Κοινωνικής Προστασίας και Απασχόλησης
ώστε η διαβούλευση να γίνει σε εθνικό θεσμικό επίπεδο και οι αποφάσεις
της να δεσμεύουν τους πάντες.
«Δεν νοείται πάγωμα νόμου με κοινωνική συμφωνία ή μορατόριουμ, παρά
μόνο, με άλλη νομοθετική διαδικασία, αρμοδιότητα, όμως, που δεν έχει η
σημερινή μεταβατική κυβέρνηση» απαντά από την πλευρά της
ΕΣΕΕ ο πρόεδρός της Β. Κορκίδης.
Σε επιστολή του προς τον πρόεδρο του ΣΕΒ, ο Β.Κορκίδης αναφέρει πως «θα
πρέπει όλοι να καταλάβουν ότι οι εργασιακές σχέσεις δεν μπορούν να
διευθετούνται, εάν δεν προηγείται ειλικρινής διάλογος, που θα σταθμίζει
με ακρίβεια τις επιδράσεις της συγκυρίας και θα οδηγεί σε μία κοινά
αποδεκτή λύση».
Οι κοινωνικοί εταίροι, συνέχισε ο πρόεδρος της Ένωσης, «πρέπει να
ξεφύγουν από τις παλαιές, ευάλωτες και ασταθείς συμφωνίες και να
δημιουργήσουμε μία νέα ισχυρή συλλογική σύμβαση που θα ικανοποιεί
εργοδότες και εργαζόμενους, θα δεσμεύσει την νέα ελληνική κυβέρνηση που
θα προκύψει από τις νέες εκλογές».
Έτσι, υποστηρίζει, θα δημιουργηθεί «ένα ισχυρό ανάχωμα στις ορέξεις για
πλήρη κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων και περαιτέρω μειώσεις των μισθών
στον ιδιωτικό τομέα».
Η ΕΣΕΕ, τονίζει, επανειλημμένα έχει εκφράσει ξεκάθαρα την αντίθεσή
της στα μέτρα της μείωσης του βασικού μισθού της ΕΓΣΣΕ και της
«μετενέργειας» και σημειώνει ότι αποδέχονται οι έμποροι την πρόσκληση
του ΣΕΒ για έναρξη ενός ειλικρινούς διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών
εταίρων, «όχι όμως για να μπαλώσουμε προσωρινά τις παρούσες εργασιακές
σχέσεις, αλλά για να επανασχεδιάσουμε από κοινού μια καινούργια,
ρεαλιστική και σεβαστή από όλους, Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση
Εργασίας».
Θετική ήταν και η ανταπόκριση της
ΓΣΕΒΕΕ, η οποία
ανέφερε πως «είναι απαραίτητες όσο ποτέ, ιδιαίτερα κάτω από τις παρούσες
συνθήκες (κλονισμός βιωσιμότητας επιχειρήσεων, αδυναμίας καταβολής
μισθών από τις επιχειρήσεις, μεγάλης ανεργίας, δραστικής συρρίκνωσης
αγοραστικής δύναμης, μεγάλης ανασφάλειας για το πολύ άμεσο μέλλον) να
βρεθούν, συζητηθούν και προταθούν από τους κοινωνικούς εταίρους νέα
σημεία ισορροπίας χωρίς κανιβαλισμούς».
H ΓΣΕΒΕΕ ζητά χρονική επέκταση της μετενέργειας, διαμόρφωση του
κατώτατου μισθού «με αποκλειστική αρμοδιότητα των κοινωνικών εταίρων»
και κατάργηση της διάταξης που φαιρεί τη δυνατότητα του υπουργείου
Εργασίας για επέκταση συμβάσεων που υπογράφονται και σε επιχειρήσεις και
εργαζομένους που δεν είναι μέλη των θεσμικών φορέων που υπογράφουν και
συμφωνούν στη σύμβαση εργασίας.
Το θέμα των εργασιακών σχέσεων και της συλλογικής διαπραγμάτευσης «δεν
πρέπει να αποτελεί αντικείμενο πολιτικών διαγκωνισμών» ανέφερε η
Συνομοσπονδία.
Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση, το παλαιό πλαίσιο οδήγησε σε λογικές
και διαδικασίες γραφειοκρατικές και εκβιαστικές συρρικνώνοντας την
έννοια της διαπραγμάτευσης και της συλλογικής ευθύνης, αλλά και το νέο
σε μεγαλύτερο βαθμό καθιστά άκυρη την υπεύθυνη διαπραγμάτευση μεταξύ των
μερών.
«Υπό τις παρούσες βέβαια συνθήκες και έως ότου η νέα κυβέρνηση αναλάβει
πρωτοβουλίες, θεωρούμε απαραίτητο εργαζόμενοι και εργοδότες, εδώ και
τώρα, να βρουν την χρυσή τομή και να υπογράψουν συμβάσεις, άμεσα, είναι ο
μοναδικός ρεαλιστικός τρόπος, σε αυτό το μεσοδιάστημα, να ακυρωθούν
στην πράξη διατάξεις του Μνημονίου για τις Συλλογικές Συμβάσεις έως ότου
αποσαφηνιστούν οι οποιεσδήποτε άλλες αλλαγές» τονίζει.
Κάλεσε δε τους κοινωνικούς διαπραγματευτές και ιδιαίτερα αυτούς που
υπογράφουν την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση «και έχουν ενσωματωμένη
και αποδεδειγμένη κουλτούρα διαπραγμάτευσης και κοινωνικής ευθύνης» να
διαμορφώσουν εντός των προσεχών εβδομάδων, «και πάντως έως τις εκλογές»
όπως τονίζει, μια νέα πρόταση για την επόμενη κυβέρνηση.