«Μεθόδευση» και «ίντριγκα», με «σενάρια» και «πατέντες», είναι οι λέξεις - κλειδιά στο κατηγορώ που εξαπέλυσε σήμερα, Παρασκευή, η Πολιτική Αγωγή στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων. Ο Διονύσης Κολοβός επιτέθηκε στον Άκη Τσοχατζόπουλο για το θέμα της δωροδοκίας, κατηγορώντας τον εν πολλοίς για εξαπάτηση ακόμη και του ΚΥΣΕΑ στην υπόθεση των υποβρυχίων.
Δίδοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στην προδικασία, την περίοδο προ της κρίσιμης απόφασης του ΚΥΣΕΑ το '98, ο κ. Κολοβός έκανε χρήση επιστολής των Ελληνικών Ναυπηγείων προς τον τότε ΥΕΘΑ, για να υπογραμμίσει: «Αποδεικνύεται ότι ο κ. Τσοχατζόπουλος γνώριζε οκτώ μήνες πριν ότι η ανάθεση στα ΕΝΑΕ θα σήμαινε εναγκαλισμό με τη γερμανική Ferrostaal (λόγω συνεργασίας των ναυπηγείων με τη HDW). Η επιστολή αυτή απεκρύβη από το ΚΥΣΕΑ».
Χαρακτήρισε μάλιστα «προσχηματική» την τότε συμπεριφορά τόσο του Άκη Τσοχατζόπουλου, όσο και του Γιάννη Σμπώκου. «Εφευρίσκουν απαράβατους όρους στην υπόθεση των υποβρυχίων» είπε χαρακτηριστικά και παράλληλα υπογράμμισε: «Βιάζονταν να ολοκληρώσουν τις διαδικασίες, καθώς οι Γερμανοί φοβούνταν ότι κάτι μπορεί να αλλάξει στην Ελλάδα, να γίνουν για παράδειγμα εκλογές».
«Χωρίς τη χειραγώγηση σε όλη τη διαδικασία, το σύστημα των Tor-Μ1 θα ήταν εξαρχής κομμένο. Δεν ήταν συμβατό με την αεράμυνα της χώρας» πρόσθεσε ο ίδιος για τα αντιπυραυλικά που προμηθεύτηκε η χώρα.
Ο κ. Κολοβός τόνισε ότι «ουδόλως πείθει» η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων από τον Άκη Τσοχατζόπουλο κατά γερμανικών εντύπων. «Αν θεωρούσε τα όσα είπαν οι Χάουν και Μύλενμπεκ συκοφαντικά, υβριστικά, θα είχε καταθέσει μήνυση. Δεν θα είχε αναλωθεί σε προσπάθεια φίμωσης ΜΜΕ».
Ο ίδιος έκρινε, δε, ότι η πλευρά Τσοχατζόπουλου δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο, για να πείσει το δικαστήριο ότι η κλήτευση μελών του ΚΥΣΕΑ «θα φώτιζε πτυχές της υπόθεσης και θα μας καθιστούσε σοφότερους».
Ο Άκης Τσοχατζόπουλος αντέδρασε έντονα πολλές φορές κατά την αγόρευση του κ. Κολοβού, συνιστώντας του μεταξύ άλλων «να προσέχετε τι λέτε».
«Να μη γίνει εδώ λαοδικείο»Στον απόηχο της χθεσινής, φορτισμένης ημέρας με την αγόρευση της εισαγγελικής έδρας, παρέμβαση έκανε η υπεράσπιση Τσοχατζόπουλου.
«Εγκλεισμός δια βίου δεν προβλέπεται στο ποινικό μας δίκαιο, και δεν έχει θέση σε εισαγγελική πρόταση» τόνισε ο Λεωνίδας Κοτσαλής, αναφερόμενος στη «γηπεδιακή ατμόσφαιρα» (με το που ολοκλήρωσε την αγόρευση του ο εισαγγελέας Π. Παναγιωτόπουλος, το ακροατήριο χειροκρότησε), αλλά και την ακαριαία αρνητική αντίδραση του προέδρου Χρήστου Κατσιάνη, για την οποία τον συνεχάρη. «Να μείνει δικαστήριο, να μη γίνει λαοδικείο» είπε ο κ. Κοτσαλής.
Στον κ. Παναγιωτόπουλο επιτέθηκε και ο Ιωάννης Παγορόπουλος για το παράδειγμα που χρησιμοποίησε, της δίκης, δηλαδή, για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. «Η οικογένεια μου μέτρησε έξι νεκρούς στον Γοργοπόταμο. Δεν έχει το δικαίωμα να μας κουνάει το χέρι. Εγώ θίγομαι ως Έλλην πολίτης» σημείωσε ο συνήγορος.
Ο ίδιος εξέφρασε επίσης τη δυσφορία του για την ειρωνεία της εισαγγελέως Γεωργίας Αδειλίνη στο πρόσωπό του, κατά την αγόρευσή της, ως «συμπαθούς συνηγόρου»: «Το έδρανο της υπεράσπισης, ειδικά του Άκη Τσοχατζόπουλου, σε αυτή την εξαιρετικά δύσκολη περίοδο είναι εξαιρετικά βαρύ (...). Μου είναι παντελώς αδιάφορο αν είμαι συμπαθής ή αντιπαθής. Αυτός που κάθεται εδώ, κύριοι, σε αυτή τη συγκυρία θέλει κότσια. Υπερασπίζομαι τον κ. Τσοχατζόπουλο με την καρδιά μου, γιατί πιστεύω στο Σύνταγμα και τους νομούς».
Η κ. Αδειλίνη θέλησε να δώσει τέλος, τόνισε ότι εξέφρασε απλώς τα αισθήματά της, και σέβεται απολύτως τον ρόλο του συνηγόρου.
«Άθλια η στάση Τσοχατζόπουλου»
«Άθλια» χαρακτήρισε στην αγόρευσή της τη στάση του Άκη Τσοχατζόπουλου η τρίτη εκ των συνηγόρων του Δημοσίου, Αναστασία Μενδρινού, καταλογίζοντάς του ότι «δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη για καμία πράξη».
Η συνήγορος επαίνεσε τη στάση που κράτησε στο δικαστήριο η κόρη του πρώην υπουργού, Αρετή Τσοχατζοπούλου (σ.σ. η οποία, απολογούμενη, είπε πως για να καλύψει τον πατέρα της δεν είπε όλη την αλήθεια στον ανακριτή) χαρακτηρίζοντας την «γενναία».
Όπως ανέφερε η συνήγορος Πολιτικής Αγωγής, «η κυρία Αρετή Τσοχατζοπούλου ήξερε για τα μαύρα χρήματα». Συμπλήρωσε πως «η στάση της δείχνει γενναιότητα, σε αντίθεση με την άθλια στάση του πατέρα της, ο οποίος δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη για καμία πράξη. Βλέπει τον πατέρα της να ικετεύει καθημερινά τους δικαστές για την αποφυλάκιση της Βίκυς Σταμάτη και ούτε μισή φορά να μην κάνει το ίδιο για το παιδί του, που είναι και η ίδια μητέρα τριών ανηλίκων παιδιών».
Η φράση αυτή της συνηγόρου προκάλεσε τον θυμό του πρώην υπουργού, ο οποίος της φώναξε «σαν δεν ντρέπεστε».
Για τον ρόλο του εξάδελφου και συγκατηγορούμενου του κ. Τσοχατζόπουλου, Νίκου Ζήγρα, στην όλη «επιχείρηση ξεπλύματος», η συνήγορος ανέφερε ότι «απεδείχθη αναντικατάστατος, γιατί όταν έφυγε άρχισαν οι βεβιασμένες κινήσεις και όλα πήγαν στραβά».
Επισήμανε, ωστόσο, ότι ο κατηγορούμενος βοήθησε το έργο της Δικαιοσύνης, κάτι που θα αξιολογηθεί -όπως ανέφερε- από το δικαστήριο.
Δεικτική ήταν η δικηγόρος και απέναντι στους ισχυρισμούς της συζύγου του κ. Τσοχατζόπουλου, αναφέροντας ότι η κατηγορουμένη έκανε «φιλότιμες προσπάθειες να πείσει ότι είναι θύμα ανάλγητων δημοσιευμάτων» και ότι «η ίδια έκανε αγορές σαν μέση Ελληνίδα». «Όμως, η μέση Ελληνίδα δεν κάνει επισκευές 1.300.000 ευρώ σε σπίτι που δεν της ανήκει, ούτε έχει τζιπ 80.000 ευρώ» σχολίασε η κ. Μενδρινού.