Έρχονται νέες υποβαθμίσεις
- Εντός των επομένων ημερών Moody's και Standard & Poor's αναμένεται να προχωρήσουν στην πιστοληπτική υποβάθμιση της Ελλάδας (Φωτογραφία: Associated Press )
Aθήνα
Η συμφωνία της 21ης Φεβρουαρίου για τη στήριξη της Ελλάδας είναι «ένα σημαντικό βήμα μπροστά», ωστόσο ο κίνδυνος της χρεοκοπίας ακόμα και μετά την ολοκλήρωση της «αναγκαστικής ανταλλαγής» (distressed exchange), όπως χαρακτηρίζει το PSI, παραμένει υψηλό, τονίζει ο οίκος Moody's, στην εβδομαδιαία έκθεση του Weekly Credit Outlook.
Παράλληλα, εκτιμά ότι οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών ίσως ξεπεράσουν τα 40 δισ. ευρώ, ενώ επισημαίνει ότι η κερδοφορία τους θα παραμείνει υπό πίεση για τα επόμενα 2-3 χρόνια.
Σημειώνεται ότι μετά την υποβάθμιση της Ελλάδας από την Fitch την περασμένη εβδομάδα, κατά 3 βαθμίδες σε «C», ανάλογες κινήσεις αναμένονται τις επόμενες ημέρες τόσο από την Moody's όσο και από την Standard & Poor's.
Συγκεκριμένα, η αναλύτρια Σάρα Κάρλσον εκτιμά ότι μετά την ανταλλαγή των ομολόγων στο πλαίσιο του PSI το ελληνικό χρέος θα παραμείνει μεγάλο για πολλά χρόνια και πως η Ελλάδα δεν θα αποκτήσει ξανά πρόσβαση στις αγορές όταν τελειώσει το δεύτερο πακέτο βοήθειας (σ.σ. το 2014).
Παράλληλα, αναφέρεται και στις επιμείμενες εκλογές, λέγοντας ότι το αποτέλεσμα των εκλογών, οι οποίες αναμένεται να γίνουν τον Απρίλιο, αποτελεί επίσης πηγή κινδύνων στο πολιτικό πεδίο και σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των μέτρων, δηλαδή επισημαίνει το ενδεχόμενο μετά τις εκλογές να μην εφαρμοστούν τα μέτρα του νέου Μνημονίου.
Για το PSI, σημειώνει πως δείχνει πιθανό ότι οι ιδιώτες πιστωτές θα συμφωνήσουν, αλλά, προσθέτει, «υπάρχει ακόμα μία πιθανότητα να μην συμφωνήσουν».
Σύμφωνα με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης, το PSI, αν υλοποιηθεί, είναι distressed exchange default.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες, ο αναλυτής του οίκου, Νώντας Νικολαΐδης, σημειώνει ότι το μεγαλύτερο «κούρεμα» (53,5% αντί για 50%) στα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα «καταβροχθίσει» την κεφαλαιακή βάση του τραπεζικού συστήματος.
Οι απώλειες στα κεφάλαια των τραπεζών θα ανέλθουν στα 25 δισ. ευρώ περίπου. Στα χαρτοφυλάκια τους υπολογίζεται ότι διακρατούν ελληνικά ομόλογα ονομαστικής αξίας 50 δισ. ευρώ περίπου.
Αυτές οι απώλειες, προσθέτει, θα εξανεμίσουν ουσιαστικά την κεφαλαιακή βάση των ελληνικών τραπεζών (ύψους 25,2 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του περασμένου Σεπτεμβρίου).
«Παρ' όλα αυτά», επισημαίνει, «οι συνολικές κεφαλαιακές ανάγκες για το τραπεζικό σύστημα πιθανώς θα είναι αρκετά υψηλότερες και πιθανώς θα υπερβούν τα 40 δισ. ευρώ.
Η αύξηση των «κόκκινων» δανείων και της αναδιάρθρωσης των δανείων, σε συνδυασμό με την ανεργία ρεκόρ, καταδεικνύουν ότι οι τράπεζες θα υποστούν σημαντικές επιπτώσεις στα χαρτοφυλάκια των δανείων τους.
Οι ελληνικές τράπεζες θα αντιμετωπίζουν κινδύνους και μετά την ανακεφαλαιοποίησή τους, λόγω της υψηλής έκθεσης τους στο «ευάλωτο» κρατικό χρέος και τους καθοδικούς κινδύνους από την εγχώρια οικονομία, η οποία διανύει τον πέμπτο χρόνο ύφεσης.
Ο οίκος εκτιμά πως η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών θα παραμείνει υπό πίεση τους επόμενους 24-36 μήνες, ενώ λόγω των προβλημάτων στη ρευστότητα και τη χρηματοδότηση τους, θα συνεχίσουν να εξαρτώνται είτε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είτε την Τράπεζα της Ελλάδος.
Παράλληλα, εκτιμά ότι οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών ίσως ξεπεράσουν τα 40 δισ. ευρώ, ενώ επισημαίνει ότι η κερδοφορία τους θα παραμείνει υπό πίεση για τα επόμενα 2-3 χρόνια.
Σημειώνεται ότι μετά την υποβάθμιση της Ελλάδας από την Fitch την περασμένη εβδομάδα, κατά 3 βαθμίδες σε «C», ανάλογες κινήσεις αναμένονται τις επόμενες ημέρες τόσο από την Moody's όσο και από την Standard & Poor's.
Συγκεκριμένα, η αναλύτρια Σάρα Κάρλσον εκτιμά ότι μετά την ανταλλαγή των ομολόγων στο πλαίσιο του PSI το ελληνικό χρέος θα παραμείνει μεγάλο για πολλά χρόνια και πως η Ελλάδα δεν θα αποκτήσει ξανά πρόσβαση στις αγορές όταν τελειώσει το δεύτερο πακέτο βοήθειας (σ.σ. το 2014).
Παράλληλα, αναφέρεται και στις επιμείμενες εκλογές, λέγοντας ότι το αποτέλεσμα των εκλογών, οι οποίες αναμένεται να γίνουν τον Απρίλιο, αποτελεί επίσης πηγή κινδύνων στο πολιτικό πεδίο και σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των μέτρων, δηλαδή επισημαίνει το ενδεχόμενο μετά τις εκλογές να μην εφαρμοστούν τα μέτρα του νέου Μνημονίου.
Για το PSI, σημειώνει πως δείχνει πιθανό ότι οι ιδιώτες πιστωτές θα συμφωνήσουν, αλλά, προσθέτει, «υπάρχει ακόμα μία πιθανότητα να μην συμφωνήσουν».
Σύμφωνα με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης, το PSI, αν υλοποιηθεί, είναι distressed exchange default.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες, ο αναλυτής του οίκου, Νώντας Νικολαΐδης, σημειώνει ότι το μεγαλύτερο «κούρεμα» (53,5% αντί για 50%) στα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα «καταβροχθίσει» την κεφαλαιακή βάση του τραπεζικού συστήματος.
Οι απώλειες στα κεφάλαια των τραπεζών θα ανέλθουν στα 25 δισ. ευρώ περίπου. Στα χαρτοφυλάκια τους υπολογίζεται ότι διακρατούν ελληνικά ομόλογα ονομαστικής αξίας 50 δισ. ευρώ περίπου.
Αυτές οι απώλειες, προσθέτει, θα εξανεμίσουν ουσιαστικά την κεφαλαιακή βάση των ελληνικών τραπεζών (ύψους 25,2 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του περασμένου Σεπτεμβρίου).
«Παρ' όλα αυτά», επισημαίνει, «οι συνολικές κεφαλαιακές ανάγκες για το τραπεζικό σύστημα πιθανώς θα είναι αρκετά υψηλότερες και πιθανώς θα υπερβούν τα 40 δισ. ευρώ.
Η αύξηση των «κόκκινων» δανείων και της αναδιάρθρωσης των δανείων, σε συνδυασμό με την ανεργία ρεκόρ, καταδεικνύουν ότι οι τράπεζες θα υποστούν σημαντικές επιπτώσεις στα χαρτοφυλάκια των δανείων τους.
Οι ελληνικές τράπεζες θα αντιμετωπίζουν κινδύνους και μετά την ανακεφαλαιοποίησή τους, λόγω της υψηλής έκθεσης τους στο «ευάλωτο» κρατικό χρέος και τους καθοδικούς κινδύνους από την εγχώρια οικονομία, η οποία διανύει τον πέμπτο χρόνο ύφεσης.
Ο οίκος εκτιμά πως η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών θα παραμείνει υπό πίεση τους επόμενους 24-36 μήνες, ενώ λόγω των προβλημάτων στη ρευστότητα και τη χρηματοδότηση τους, θα συνεχίσουν να εξαρτώνται είτε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είτε την Τράπεζα της Ελλάδος.
Newsroom ΔΟΛ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου