Aθήνα
Στη χθεσινή απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου Γαβριήλ Σακελλαρίδη ότι η παράταση της δανειακής σύμβασης από μόνη της δεν δίνει λύση στο χρηματοδοτικό κενό, κρύβεται και ο λόγος που η ελληνική κυβέρνηση απέρριψε την πρόταση των πιστωτών για επέκταση του προγράμματος έως το 2016.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα επιθυμούσε να υπάρξει παράλληλο ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την Ελλάδα έως το Μάρτιο 2016, οπότε λήγει το δικό του πρόγραμμα, χωρίς ωστόσο αυτή τη στιγμή να είναι αποσαφηνισμένο εάν υπό τις παρούσες συνθήκες μπορεί να εκταμιεύσει δόση προς την Ελλάδα, δεδομένου ότι η χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος σε βάθος 12μηνου δεν είναι διασφαλισμένη και το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν θεωρείται βιώσιμο.
Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους έχουν ήδη καταρτίσει για την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών σχετική έκθεση με τις συνολικές χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας για το προσεχές 9μηνο έως το Μάρτιο 2016.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η σχετική έκθεση υπολογίζει στα 15 δισ. ευρώ έως τα μέσα του 2016 το χρηματοδοτικό κενό, λαμβάνοντας ως δεδομένο πως θα υπάρξει χαλάρωση του σχετικού δημοσιονομικού στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα σε περίπου 1% του ΑΕΠ το 2015 και 2% του ΑΕΠ το 2016.
Ωστόσο, η εκτίμηση αυτή αφορά στις πρόσθετες καθαρές χρηματοδοτικές ανάγκες που θα προέκυπταν κατόπιν της εκταμίευσης της εκκρεμούσας δόσης των 7,2 δισ. ευρώ. Δεδομένου ότι το ΔΝΤ εμφανίζεται απρόθυμο να εκταμιεύσει τη δόση των 3,5 δισ. ευρώ που του αντιστοιχεί, πλέον η ευρωζώνη εξετάζει να αλλάξει τη χρήση των 10,9 δισ. ευρώ που διακρατά ο EFSF για τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών, ώστε να καλυφθούν με αυτά ανάγκες του ελληνικού προϋπολογισμού.
Έτσι, στις διαθέσιμες χρηματοδοτικές πηγές περιλαμβάνονται τα έσοδα από το πρόγραμμα SMPs 1,9 δισ. ευρώ για το 2014 και 1,5 δισ. ευρώ για το 2015, η δόση των 1,8 δισ. ευρώ που εκκρεμεί από τον EFSF, τα 10,9 δισ. ευρώ του EFSF για τις ελληνικές τράπεζες, αλλά και ένα ποσό της τάξης των 3 δισ. ευρώ που θα μπορούσε να προέλθει από αυξημένες εκδόσεις εντόκων γραμματίων (που θα αγόραζαν οι ελληνικές τράπεζες). Συνολικά λοιπόν δημιουργείται ένα «πακέτο» 19,1 δισ. ευρώ.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει να εμπλακεί σε μια νέα παράταση του προγράμματος που θα επεκτείνει την τρέχουσα πέμπτη αξιολόγηση έως το Μάρτιο 2016 θέτοντας διαρκώς προαπαιτούμενα και ορόσημα, αλλά επιδιώκει μια «τελική λύση» που θα εξασφαλίζει μεσοπρόθεσμα πως το πρόγραμμα θα είναι επαρκώς χρηματοδοτημένο και ότι το χρέος θα εισέλθει σε βιώσιμη τροχιά. Και οι δύο αυτές προϋποθέσεις αποτελούν για τη κυβέρνηση απαραίτητες συνθήκες για να βγει εκ νέου η Ελλάδα στις αγορές το συντομότερο δυνατόν.
Στην προσπάθεια αυτή άλλωστε θα συνέβαλε καθοριστικά και η συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, το οποίο υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να προσφέρει έμμεση χρηματοδότηση έως και 9 δισ. ευρώ για την κάλυψη των δανειακών υποχρεώσεων του δημοσίου τομέα. Αυτό θα μπορούσε πάντως να συμβεί μόνον εάν γινόταν αποδεκτή η ελληνική πρόταση για μετακύλιση (μέσω χρημάτων του ESM )των χρόνων ωρίμανσης των ελληνικών κυβερνητικών ομολόγων που αυτή την στιγμή έχει στην κατοχή του το Ευρωσύστημα (ονομαστικής αξίας 27 δισ. ευρώ).
Δεδομένου ότι οι πιστωτές θέλουν να συνδυάσουν τις εκταμιεύσεις δόσεων προς την Ελλάδα με την εφαρμογή προαπαιτούμενων και επιμένουν σε παράταση του προγράμματος έως το Μάρτιο 2016 η κατάσταση έχει οδηγηθεί σε τέλμα, απλά διότι Ελλάδα και ευρωζώνη υποστηρίζουν δύο εκ διαμέτρου αντίθετες λύσεις.
Θανάσης Κουκάκης
Newsroom ΔΟΛ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου