Τετάρτη 19 Μαΐου 2010

Οι Πυρήνες για τα γεγονότα της 5/5



ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ 5/5

“... Κι ο θάνατος δε θα έχει πλέον καμία εξουσία...”

Στα γεγονότα της 5ης Μάη με την πυρπόληση του τραπεζικού καταστήματος της Marfin Bank υπήρξαν τρεις νεκροί τραπεζικοί υπάλληλοι και χιλιάδες “ απανθρακωμένες” αλήθειες.

Η αποπνικτική ατμόσφαιρα της σπαρακτικής υποκρισίας της προπαγάνδας και ο φθαρμένος ηθικοπλαστικός ανθρωπισμός των κασσάνδρων του ριζοσπαστικού κινήματος, μας αναγκάζουν να τοποθετηθούμε δημόσια για τα γεγονότα. Αυτό δε ...


σημαίνει ότι μιλάμε από τη θέση των “ειδικών” της βίας, ούτε ότι έχουμε “αυτεπάγγελτα” διοριστεί κατήγοροι η δημόσιοι υπερασπιστές των ανθρώπων που επιτέθηκαν στο τραπεζικό κτίριο.

Όμως πιστεύουμε στην αναγκαιότητα να ειπωθούν μερικά πράγματα και να τοποθετηθούν σε μια σειρά. Για να συμβεί αυτό δεν είναι απαραίτητη η βιωματική παρουσία και η αντίληψη του τι έγινε εκείνη τη μέρα σε εκείνο το σημείο. Αυτό που χρειάζεται κατά τη γνώμη μας είναι μια σοβαρή και υπεύθυνη στάση με την αντίστοιχη κατάθεση της παρακαταθήκης παρόμοιων επαναστατικών πρακτικών ( όπως η πυρπόληση μιας τράπεζας) για την αντιμετώπιση και την (αυτο)κριτική ενός υπαρκτού ζητήματος ( τον θάνατο τριών υπαλλήλων που δεν αποτελούσαν στόχο της επαναστατικής βίας).

Ο επαναστατικός μηδενισμός που εκφράζουμε προϋποθέτει μια άρτια σκέψη και πράξη που κτίζεται μακριά από επιδείξεις ψευτοκυνικότητας “έλα μωρέ τραπεζικοί υπάλληλοι ήταν, καλά έκαναν και τους έκαψαν...”, αλλά και από υποκριτικές θρηνωδίες που αναζητούν ενόχους για να αποδώσουν το φταίξιμο, ρητορεύοντας από τη θέση του αλάνθαστου και ανθρωπιστή επαναστάτη.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή...

στις μητροπόλεις και στην παρωδία ζωής που βιώνουμε, ο θάνατος δεν είναι παρά άλλο ένα ειδησεογραφικό γεγονός, μια απόμακρη πληροφορία, ανάμεσα σε τόσες άλλες, ένα μονόστηλο σε μια εφημερίδα, άλλη μια στατιστική ...

Κάθε μέρα άνθρωποι πεθαίνουν σε νοσοκομεία από ασθένειες, σε αυτοκίνητα από τροχαία, σε εργατικά “ατυχήματα” στα εργασιακά κάτεργα, σε υπόγειες διαβάσεις από ναρκωτικά... Και θέλουν να μας μάθουν να είμαστε ανέκφραστοι απέναντι σε αυτούς τους δεκάδες ανώνυμους θανάτους.

Γιατί είναι απλοί αριθμοί “ τρεις νεκροί από τροχαίο, δυο θάνατοι από ναρκωτικά..” που δεν “ πουλάνε” στα media, δεν προβάλλονται με το δήθεν ανθρωπιστικό περιτύλιγμα, άρα δεν πείθουν.

Είναι θάνατοι που με λίγα λόγια δεν συμφέρουν το σύστημα. Όλοι οι τηλεδήμιοι, από τους πιο συντηρητικούς μέχρι τους πιο ανατρεπτικούς που σοκαρίστηκαν δήθεν με τους τρεις νεκρούς της Marfin δε θα άντεχαν ούτε λεπτό αν αντιμετώπιζαν έτσι όλους τους ανώνυμους θανάτους που προκαλεί το σύστημα το οποίο πιστά υπηρετούν. Η αλήθεια είναι πως πάνω στα γεγονότα της 5ης Μάη στήθηκε μια αισχρή τυμβωρυχία και ένα ισχυρό εμπόριο συναισθημάτων για τα συμφέροντα του συστήματος....


“Παράπλευρες απώλειες και συναισθηματική τυμβωρυχία”


Μπροστά στην επερχόμενη κοινωνική κρίση το θέαμα του θανάτου προκάλεσε το δικό του βραχυκύκλωμα. Οι πορείες “ μαζεύτηκαν”, ακολούθησαν τα γκάλοπ ενάντια στις διαδηλώσεις και τις απεργίες, κατατέθηκαν live τα λουλούδια του πρωθυπουργού, πραγματοποιήθηκε η εισβολή στην κατάληψη Ζαίμη και στο στέκι μεταναστών στα Εξάρχεια, ξεκίνησαν τα δημοσιεύματα για τους δολοφόνους- κουκουλοφόρους, καλέστηκε η φασιστοσύναξη έξω από την τράπεζα και η κατάσταση έφτασε μέχρι τη δημόσια αποκήρυξη “τέτοιων συμμοριών”, “ του ατομικιστικού- μηδενιστικού χαοτικού κομφουζίου” και “ των ηλίθιων δολοφόνων” από κάποιους γραφικούς καραγκιόζηδες αναρχικούς.

Όμως πέρα απ΄ την προπαγάνδα και τις τεχνικές της, το γεγονός παραμένει γεγονός. Τρεις τραπεζικοί υπάλληλοι, χωρίς να αποτελούν στόχο, πέθαναν κατά τη διάρκεια πυρπόλησης του καταστήματος στο οποίο εργάζονταν. Εδώ είναι η σειρά μας να μην πέσουμε στην παγίδα της στατιστικής αλλά ούτε και της συναισθηματικής νοθείας. Σίγουρα δεν θα μιλήσουμε στην γλώσσα της “κακιάς στιγμής” και της “παράπλευρης απώλειας”. Αυτή είναι η γλώσσα του εχθρού και θυμίζει την ρητορεία του αμερικάνικου στρατού και των στρατηγών του στον πόλεμο του Αφγανιστάν. Απ΄ την άλλη δεν θα υποκριθούμε τους τιμητές του θανάτου των τριών ανθρώπων, που όσο λυπηροί και αν ήταν για τους οικείους τους, άλλο τόσο θα ήταν μια αποστειρωμένη ειδησεογραφική πληροφορία για το σύστημα, αν δεν προέκυπτε στον συγκεκριμένο τόπο και χρόνο εξαιτίας μιας επαναστατικής πρακτικής.

Με λίγα λόγια δεν θα διεκδικήσουμε κάποιο συναισθηματικό χώρο στη σφαίρα του θεάματος, υποκρινόμενοι τους συγκλονισμένους εν μέσω ενός τηλε-υποκινούμενου ανθρωπιστικού παραληρήματος στο οποίο εγκλωβίστηκαν αρκετοί από το εσωτερικό του ριζοσπαστικού κινήματος. Όχι δεν το παίζουμε οι “σκληροί ταγμένοι αποκλειστικά στην υπόθεση”, αλλά πιστεύουμε πως αν αυτοί οι τρεις θάνατοι είχαν συμβεί ως “ατύχημα” σε ένα τροχαίο, λίγοι θα ήταν αυτοί που θα το είχαν μάθει έστω και ως είδηση. Άρα δεν είναι το λυπηρό γεγονός του θανάτου αυτό καθ΄ αυτό, που επέδρασε καταλυτικά στη στη διαμόρφωση ενός μουδιασμένου και αμήχανου κλίματος, αλλά η αιτία απ΄ την οποία προήλθε. Έτσι αποφεύγοντας την συναισθηματική τυμβωρυχία, πρέπει να σκύψουμε με περισυλλογή για να επεξεργαστούμε το πρόβλημα στην ρίζα του.

Είναι γεγονός πως αν κάποιος θέλει να αναζητήσει στυγνούς δολοφόνους, τότε θα πρέπει να ψάξει στις τάξεις του Βγενόπουλου και των ομοίων του. Η διοίκηση και οι εντολές του σε συνδυασμό με την αποδοχή τους από τους υπαλλήλους ήταν αυτές που τους οδήγησαν να δουλεύουν σε μια φαινομενικά κλειστή τράπεζα δίχως πυρασφάλεια με κλειδωμένες πόρτες. Τέτοια καθάρματα όπως ο Βγενόπουλος είναι οι ηθικοί αυτουργοί δεκάδων φυσικών και ψυχικών θανάτων εργαζόμενων, είτε στις δολοφονίες των εργατικών ατυχημάτων είτε στις καθημερινές ταπεινώσεις και συμβάσεις των όρων εργασιακής πειθαρχίας που επιβάλλουν. Κρατώντας αυτό ως δεδομένο, οφείλουμε να αντικρίσουμε τώρα τις δικές μας ατέλειες, τα κενά, τα λάθη, την απροσεξία ώστε να διαρρήξουμε την έξοδο κινδύνου από μια μονόπλευρη σκέψη, που θέλει να φταίνε για όλα μόνο τα αφεντικά και μπορεί να μας εφησυχάζει, αλλά δεν μας εξελίσσει...


Τι έφταιξε λοιπόν και καταλήξαμε στο θάνατο τριών τραπεζικών υπαλλήλων;

"Η Επαναστατική Πρακτική του “hit and run”"

Τώρα ας μιλήσουμε για επιλογές, στρατηγικές και συνήθειες. Καταρχάς εδώ και δεκαετίες στην Ελλάδα είναι γνωστή η πρακτική του hit and run κατά τη διάρκεια μεγάλων διαδηλώσεων. Μιλάμε για τη συγκρότηση μικρών μαχητικών ομάδων αντιεξουσιαστών που αποκόπτονται από το σώμα των διαδηλωτών και επιτίθενται καταδρομικά σε προεπιλεγμένα σημεία (τράπεζες, δημοσιογραφικά βαν, διμοιρίες ΜΑΤ) επιστρέφοντας στο όγκο της πορείας για να ξαναχτυπήσουν ή να εξαφανιστούν. Όσον αφορά τη πολιτική διάσταση της πρακτικής , πρέπει να τονίσουμε πως το hit and run δεν ανήκει αποκλειστικά σε κάποια συγκεκριμένη τάση των αναρχικών. Οι κοινωνιστές αναρχικοί ( κυρίως παλιότερα που αποτελούσαν μια πιο ισχυρή συνιστώσα) εφαρμόζουν το hit and run με τη λογική της εκτροπής των διαδηλώσεων και της διάχυσης της σύγκρουσης. Με αυτόν τον τρόπο θεωρούν πως λειτουργούν ως ο πυροκροτητής της κοινωνικής έκρηξης και συμβάλλουν στην όξυνση του κοινωνικού αγώνα.

Η ενδιάμεση εξεγερσιακή τάση, έχει κληρονομήσει την πρακτική του hit and run, την έχει εξελίξει κάπως οργανωτικά και αναφέρεται κυρίως στη βιωματική στιγμή της σύγκρουσης και των σχέσεων (αλληλεγγύη, αυτοοργάνωση, ξεπέρασμα ρόλων) που αναπτύσσονται έξω από τα προκαθορισμένα στερεότυπα της κυριαρχίας. Η κοινή συνισταμένη των δυο ρευμάτων βρίσκεται στην αναγνώριση των συντεχνιακών διαδηλώσεων ως στιγμών του κοινωνικού αγώνα που τόσο οι κοινωνιστές, όσο και οι εξεγερσιακοί προωθούν μέσα από την παρουσία και τη δράση τους σε αυτές.

Η νέα αναρχοατομικιστική – μηδενιστική τάση, ο τρίτος πόλος όπως τον έχουμε περιγράψει, διαμορφώνει μια νέα αντίληψη σε σχέση με τον κοινωνικό αγώνα και τις διαδηλώσεις. Στις δεκάδες χιλιάδες μάζας που συρρέουν στα πανεργατικά συλλαλητήρια δεν αναγνωρίζουμε αναγκαστικά ανθρώπους που μοιράζονται τον ίδιο αξιακό κώδικα με εμάς και μιλάνε τη γλώσσα της απελευθέρωσης. Οι κοινωνικές κινητοποιήσεις αποτελούν ένα συνονθύλευμα αντιφάσεων και συμπεριφορών που περιέχουν όλα τα εδάφη της ανθρώπινης σκέψης, από τον μικροαστικό συντηρητισμό, τον αριστερό πατριωτισμό, τον εναλλακτισμό, το ρεφορμισμό μέχρι και την αναρχική θεώρηση.

Οι διαδηλώσεις λειτουργούν ως το άθροισμα χιλιάδων διαχωρισμένων μεταξύ τους προσώπων με διαφορετικές διαδρομές, ακόμα και εχθρικές μεταξύ τους, που συνενώνονται είτε με αιτία είτε με αφορμή ένα συντεχνιακό αίτημα (όπως το ασφαλιστικό). Η συντριπτική πλειοψηφία της σύνθεσης τέτοιων διαδηλώσεων ζητάει την επιστροφή στην κανονικότητα της παλιάς καθημερινότητας (πριν ψηφιστούν νομοθετικές ρυθμίσεις που θίγουν τα προηγούμενα δικαιώματά τους) ή στην πιο αριστερή εκδοχή, την βελτίωση της κανονικότητας με πιο προοδευτικές και ανθρωπιστικές λύσεις εντός ορίων του καπιταλισμού, ή του κομμουνιστικού κρατισμού. Δεν είναι τυχαίο πως τα κεντρικά συνθήματα των διαδηλώσεων απαιτούν την εφαρμογή δίκαιων νόμων απέναντι στις αντισυνταγματικές ρυθμίσεις της εκάστοτε κυβέρνησης.

Συχνά ακόμα και η βίαιη παρεκτροπή μιας ολόκληρης διαδήλωσης αποτελεί το απάνθισμα των αντιφάσεων. Στον επιθετικό αποκλεισμό της βουλής στην πορεία της 5ης Μάη, άλλοι διαδηλωτές τραγουδούσαν τον εθνικό ύμνο, άλλοι πετούσαν πέτρες, άλλοι καλούσαν τα ΜΑΤ να ενωθούν μαζί τους, οι κουκουέδες εντόπιζαν προβοκάτορες, άλλοι έκραζαν αυτούς που έσπαγαν τράπεζες, άλλοι χειροκροτούσαν και οι αναρχικοί έστηναν οδοφράγματα. Ένα πάνθεον όλων των συμπεριφορών με χιλιάδες επαναλήψεις από τα χρόνια της μεταπολίτευσης και μετά.

"Επαναστατική Πρωτοπορία και Επαναστατικός Μιλιταρισμός"

Εμείς και η αντίληψη μας ούτε αποτελούμε κάποια πεφωτισμένη επαναστατική πρωτοπορία ούτε μια ελιτίστικη κλίκα. Ο καθένας από εμάς έχει γευτεί τις αντιφάσεις, έχει κυλιστεί μέσα τους, έχει συμμετάσχει σε αυτές μέχρι το σημείο όπου η ανάγκη για προσωπική και πνευματική εξέλιξη, ορισμένα διαφορετικά βιώματα, κάποιες συλλογικές κουβέντες και προβληματισμοί, μερικές ενδιαφέρουσες σελίδες σε βιβλία και εγχειρίδια, ο ατομικός στοχασμός και η επιθυμία για όξυνση της επαναστατικής δράσης, απαίτησαν μια εκ νέου συλλογική επανατοποθέτηση στη συμμετοχή στις κινητοποιήσεις. Για το χώρο σκέψης και πράξης που εκφράζουμε δε μας καλύπτουν πλέον απλώς το να συμβαίνουν μπάχαλα.

Πιστεύουμε στις οργανωμένες δομές κρούσης και στα ξεκάθαρα επαναστατικά σκεπτικά με μνήμη, παρόν και προοπτική. Δεν έχει καμία σχέση ο αναρχικός κουκουλοφόρος που τα “σπάει” γιατί αρνείται τα υπολείμματα που του προσφέρουν για ζωή, τον πολιτισμό του θεάματος, τα πρότυπα του φιλοτομαρισμού, τις αξίες του χρήματος και της συνειδησιακής αποχαύνωσης, με τον οργισμένο μισθωτό που μόνο όταν νιώσει το μούδιασμα στην τσέπη του θα σηκώσει για λίγο κεφάλι. Είναι ο ίδιος που όταν παλιότερα θεωρούσε τον εαυτό του βολεμένο ζούσε στην κανονικότητα του και δυσανασχετούσε με τους “ταραξίες”.

Υπάρχει ένα τεράστιο αξιακό χάσμα που καμία βία και καμιά στιγμή σύγκρουσης δεν το γεφυρώνει, αν δεν υπάρξει η απαραίτητη συνειδητοποίηση και αυτογνωσία. Σε αυτήν την κατεύθυνση επαναστατικής συνειδητοποίησης θεωρούμε ότι συμβάλλουν οι προκηρύξεις, τα κείμενα, τα βιβλία, οι μπροσούρες, τα συνθήματα στους τοίχους, οι αφίσες. Αυτή είναι η δική μας θεωρητική προπαγανδιστική επίθεση ενάντια σε ένα σύστημα που πρέπει να πεθάνει. Και οι πορείες; Και οι πορείες συμβάλλουν, αρκεί να τις αντικρίσουμε εντός μιας νέας οπτική. Κανείς δε γεννιέται αντάρτης ή επαναστάτης, είναι μια σταδιακή διαδικασία εξέλιξης για να ορίζεις τη ζωή σου χωρίς συμβιβασμούς.

Πορείες όπως αυτή της 5η Μάη είναι το απαραίτητο προστάδιο, ο κατάλληλος προθάλαμος για όσους θέλουν να έρθουν σε μια πρώτη επαφή με την επαναστατική βία. Μέσα από αυτές η ανάπτυξη του hit and run, σε αντίξοες συνθήκες με εκατοντάδες μπάτσους στην πόλη αποτελεί μια καθοριστική εμπειρία για όσους θέλουν να ακονίσουν τα θεωρητικά και πρακτικά εργαλεία τους σε συνθήκες μητροπολιτικής μάχης. Αυτά είναι τα κατάλληλα εφόδια για την πρακτική εξέλιξη άλλων μορφών δράσης του νέου αντάρτικου. Σκοπός μας είναι να οργανώσουμε τον επαναστατικό μιλιταρισμό. Μια αντιιεραρχική αντίληψη δίχως αξιώματα και ακολουθητές που προωθεί τη δημιουργία μικρών ευέλικτων μάχιμων ομάδων αντιεξουσιαστών που θα χαρτογραφούν την πόλη, τους στόχους, τις διαφυγές, θα οργανώνονται και θα εξοπλίζονται κατάλληλα, θα αναπτύσσουν σχέσεις με αντίστοιχες ομάδες συγγένειας, θα είναι ανοικτές (με την απαραίτητη προσοχή) σε νέους συντρόφους, θα καταστρώνουν σχέδια επίθεσης και θα χρησιμοποιούν (αλλά δε θα στρέφονται εχθρικά) τις συντεχνιακές πορείες ως δούρειο ίππο επαναστατικών εξορμήσεων. Άρα δεν τίθεται ζήτημα συμμετοχής ή μη στις πορείες αλλά εξέλιξης.

Αυτό που πιστεύουμε είναι πως μόνο μέσα από την οργανωμένη διάσταση της επαναστατικής βίας θα προωθηθεί η συνέπεια, η συνέχεια, και η σοβαρότητα που θα “απαγορεύει” στο μέλλον τέτοιες “αστοχίες” με τραγικά αποτελέσματα όπως της Marfin. Μόνο έτσι το νέο αντάρτικο θα διαχυθεί ως αντίληψη και πρακτική, προκαλώντας το χάος στην αποστειρωμένη καθημερινότητα της οργανωμένης πλήξης.


"Οι Ρουφιάνοι και οι Συνέπειες"

'Oλα αυτά γράφονται ως συνεισφορά σε ένα διαλεκτικό πεδίο σκέψης και δράσης ανάμεσα σε διαφορετικά πολιτικά ρεύματα και όχι για να δικαιολογήσουμε ή να καλύψουμε κάτι. Είναι γνωστό πως το χτύπημα στη Marfin δεν έφερε κάποια ιδεολογική σφραγίδα για το πολιτικό σκεπτικό και περιεχόμενο των ανθρώπων που έδρασαν εκεί. Βάση του στόχου (τραπεζικό υποκατάστημα) ο καθένας από οποιαδήποτε πολιτική τάση της αντιεξουσίας και όχι μόνο, θα μπορούσε να το πυρπολήσει. Αλλά βέβαια είναι αρκετά βολικό για τους καρχαρίες των αμφιθεάτρων να καταλογίζουν ενέργειες εκ του αποτελέσματος στο δικό μας πολιτικό ρεύμα.

Οι δηλώσεις νομιμοφροσύνης και τα ιεραποστολικά κείμενα ανθρωπισμού που κυκλοφόρησαν από ορισμένες αναρχικές συλλογικότητες δίπλα στην καταδικαστική σιγουριά για την προέλευση των “δραστών”, παρέθεσαν την απόλυτη πολιτική κενότητα επιχειρημάτων για το “μηδενιστικό κομμάτι” που “παρασιτεί εις βάρος του αναρχικού χώρου”. Η γραφικότητά τους δε μας ενοχλεί αλλά όταν ορισμένοι φτάνουν στο επικίνδυνο σημείο να φωτογραφίζουν ανθρώπους σε αμφιθέατρα και καφενεία ικανοποιώντας τα πρόθυμα αυτιά της αστυνομίας, τότε συγκεκριμένα άτομα θα αντιμετωπιστούν όπως τους αναλογεί, ως ΡΟΥΦΙΑΝΟΙ με τις αντίστοιχες συνέπειες.

"Στοχοποιημένη Δράση και Αυτιστικές Αστοχίες”

Ξαναγυρνώντας στο πως και το γιατί της υπόθεσης της Marfin ανεξάρτητα από το ποια αναρχική τάση νιώθει ο καθένας ότι εκφράζει ως άτομο ή συλλογικότητα, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως και στα τρία πολιτικά ρεύματα ( κοινωνιστές, εξεγερσιακοί, αναρχοατομικιστές- μηδενιστές) υπάρχει ένα κοινό χαρακτηριστικό. Η σαφέστατη οριοθέτηση της στοχοποιημένης δράσεις (κρατικά κτίρια, δυνάμεις καταστολής, σύμβολα του πλούτου). Οι 3 υπάλληλοι που δούλευαν την μέρα της απεργίας σίγουρα δεν μπορούν να θεωρηθούν εχθροί, όπως ούτε και σύμμαχοι. Άρα σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να αποτελούν στόχο επίθεσης.

Σε αυτά που γράφουμε στόχος μας δεν είναι να ωραιοποιήσουμε τις καταστάσεις, ούτε να τηρήσουμε τη λογική των ίσων αποστάσεων. Για αυτό στο περιθώριο της οριοθετημένης στοχοποίησης, δεν ξεχνάμε τις αυτιστικές επιθέσεις σε άκυρα σημεία (στάσεις λεωφορείων, καρτοτηλέφωνα, περίπτερα, ότι να ναι αυτοκίνητα) αλλά είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πως αυτό αποτελεί ένα ανίσχυρο δείγμα ανευθυνότητας που ποτέ δεν επιρρέασε ουσιαστικά τα πράγματα. Αντίθετα το κτίριο της Marfin στην Κοραή ως τραπεζικό μέγαρο αποτελούσε έναν όμορφο στόχο.

Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι έγινε ακριβώς εκεί και τι ειπώθηκε, όμως γνωρίζουμε τις χρόνιες αδυναμίες που πιστεύουμε ότι συνεισφέρουν στο αποτέλεσμα. Αναφερόμαστε στο φετιχισμό της ανοργάνωτης βίας και την απονοηματοδότηση των μέσων επίθεσης.

“Τα Άδεια Όπλα Σκοτώνουν...”

Αυτό που έγινε στην Marfin, η ψυχρή αλήθεια λέει, πως ήταν θέμα τύχης ότι δεν έχει συμβεί εδώ και τόσα χρόνια. Κάθε επαναστάτης πρέπει να διαμορφώνει μια ιδιαίτερη σχέση κατανόησης και αντίληψης των μέσων δράσης που χρησιμοποιεί. Όλα τα μέσα δράσης από μια πέτρα μέχρι ένα υποπολυβόλο μπορούν με την ίδια ευκολία να γυρίσουν μπούμερανγκ ενάντια στον ίδιο μας το εαυτό. Για αυτό λένε πως “τα άδεια” όπλα σκοτώνουν πιο εύκολα απ' τα “γεμάτα”. “Άδεια” όπλα είναι και τα μέσα που ο κάτοχος τους δεν έχει συναίσθηση της χρήσης τους αλλά και της αποτελεσματικότητας τους.

Έτσι κάποιοι “ανακάλυψαν την αμερική” με τα γεγονότα της Marfin. Όμως εδώ και τόσα χρόνια το σκηνικό είναι παρόμοιο. Πόσες φορές στο παρελθόν είτε σε πορείες είτε σε “νυκτερινά”, σύντροφοι κάηκαν και τραυματίστηκαν αναμεταξύ τους από μολότοφ είτε γιατί τα μπουκάλια ήταν κακοφτιαγμένα, είτε γιατί κάποιοι βιάστηκαν να τα “χώσουν” πρώτοι. Πόσες φορές σπάστηκαν κεφάλια συντρόφων από πέτρες που πετούσαν άλλοι “ανυπόμονοι” από πίσω δίχως να βλέπουν καν το στόχο. Όπως επίσης, για όσους δεν διαθέτουν κοντή μνήμη, πόσες φορές αναρχικοί έχουν διαπληκτιστεί μεταξύ τους στην διάρκεια διαδηλώσεων εξαιτίας διαφορετικών νοοτροπιών και αντιλήψεων.

Τα παραδείγματα είναι αμέτρητα. Και όλα υποδηλώνουν την ίδια αδυναμία. Το σχίσμα μεταξύ θεώρησης και πράξης, μεταξύ συνείδησης και δράσης. Η επαναστατική βία προβάλλεται ως φετιχισμός, συχνά αναπαράγοντας πρότυπα της κυριαρχίας, ματσό συμπεριφορές, κοκορέματα, επίδειξη αλαζονείας, ρόλοι και “ειδικεύσεις”. Αυτή η αντιφατική σχέση συμπεριφορών στο εσωτερικό του ριζοσπαστικού χώρου, λειτουργεί ως αξίωμα ισχύος στην κατάταξη των άτυπων ηγεμονιών.

Παράλληλα δίπλα σ' αυτές τις συμπεριφορές, βρίσκονται νέοι σύντροφοι που εισπράττουν τις διαχωρισμένες σχέσεις και με τη σειρά τους, αλλά και την ατομική τους ευθύνη, τις αναπαράγουν ως κακέκτυπο. Η βία, τα μέσα της, η χρήση τους, η κατασκευή τους, οι προφυλάξεις, ο πειραματισμός, οι τεχνικές, ποτέ μέχρι σήμερα δεν τέθηκαν πάνω στο τραπέζι συλλογικών διαδικασιών ώστε να αποσυρθεί ο φετιχισμός και να εισέλθει η γνώση και η ουσιαστική οικειοποίηση. Ήταν προνόμιο των πιο “μυημένων” που έτσι “προστάτευαν” τα αξιώματα τους. Η βία γίνεται πλέων αντιληπτή ως παιχνίδι αδρεναλίνης ενός άτυπου ανταγωνισμού για το ποιος τα χώνει περισσότερο.

Αντίθετα εμείς υποστηρίζουμε πως η συνείδηση είναι αυτή που μας ωθεί να αναπτύξουμε τις μαχητικές μας ικανότητες και γνώσεις ώστε να επιτεθούμε στον αντίπαλο.

“κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης, όλη η στρατιωτική προετοιμασία ήταν υποταγμένη στην πολιτική: “Όταν χειριζόμασταν ευαίσθητα χημικά, μας πρότειναν να σκεφτόμαστε πάντα την ιδεολογία, και έτσι θα είμαστε σε θέση να κάνουμε τα πάντα και να τα κάνουμε σωστά” (Αμπιμαέλ Γκουσμάν – επαναστατική οργάνωση Φωτεινό Μονοπάτι)

Δίπλα στο φετιχισμό της βίας, ανθίζει και η ημιμάθεια. Ορισμένοι σύντροφοι αγνοώντας την αποτελεσματικότητα των μέσων της βίας και την επικινδυνότητα τους προβαίνουν σε αλόγιστη χρήση, όπως για παράδειγμα οι γραφικές πολύωρες συγκρούσεις μέσα απ' τα πανεπιστημιακά άσυλα(καγκελάκι), αλλά και οι ανοργάνωτες επιθέσεις στα ΜΑΤ στα Εξάρχεια με δεκάδες μολότοφ που το μόνο που καταφέρνουν συνήθως είναι να “μαυρίζουν” την άσφαλτο, ενώ την ίδια στιγμή οι ίδιοι άνθρωποι αν συζητούσαν και οργανωνόντουσαν θα μπορούσαν να τους σπάσουν στο ξύλο και να πυρπολήσουν την κλούβα.

Κομμάτι αυτής της παράδοσης της λατρείας και ταυτόχρονα της άγνοιας της αξιοποίησης των μέσων είναι και η κριτική των αδρανών “ειδημόνων” της βίας. Ένας ιστός απαξιωτικών συμπεριφορών που κριτικάρουν απ' την ασφαλή θέση της μη συμμετοχής σε επαναστατικές πρακτικές, αλλά καλύπτονται με το άλλοθι της γνώσης μπαρουτοκαπνισμένων εμπειριών “τότε που τα πράγματα δεν γίνονταν έτσι αλλά ήταν καλύτερα”. Αποσυρμένες λογικές που εκθειάζουν παρελθοντικές ένοπλες και βίαιες εμπειρίες, ορίζοντας κάθε φορά την ορθή χρήση της βίας και το περιεχόμενο του αντάρτικου, ασθμαίνοντας να υποτιμήσουν οποιαδήποτε καινοτόμο σκέψη και πράξη. Σύνδρομα μιας δειλής και άτολμης σκέψης που θαυμάζει και θεαματικοποιεί ότι είναι απόμακρο στην ασφαλή σφαίρα της ιστορικότητας και επιδεικνύει μια χάρτινη αλαζονεία σε ότι προσπαθεί να συμβεί στο εδώ και τώρα.

Μέσα σε όλη αυτή τη συνειδησιακή σύγχυση οι άνθρωποι που πυρπόλησαν τη Marfin είτε δεν είδαν τα άτομα που βρίσκονταν μέσα, (απροσεξία που δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει, όπως για παράδειγμα στην οργανωμένη νυκτερινή επίθεση στην εθνική τράπεζα στη στοά της Πανεπιστημίου πριν τέσσερα χρόνια είχαν εγκλωβιστεί στην ταράτσα 2-3 άτομα) είτε, ακόμα χειρότερα, τα είδαν αλλά δεν πίστεψαν ότι υπάρχει η πιθανότητα να πεθάνουν από λίγες μολότοφ. Είμαστε πεπεισμένοι χωρίς να γνωρίζουμε τα πρόσωπα, πως αν τους έδινε κάποιος ένα πιστόλι δεν θα πυροβολούσαν εναντίον των υπαλλήλων. Άρα δεν ήθελαν να σκοτώσουν, και ας ακούστηκαν πιθανόν καφρίλες όπως “ας πεθάνουν, τραπεζικοί υπάλληλοι είναι”.

Αν κάτι οδήγησε στα γεγονότα της 5ης Μαΐου είναι το απόστημα μιας ενδοκυριαρχικής παράδοσης, που υποβόσκει δεκαετίες στο εσωτερικό του ριζοσπαστικού χώρου και τώρα πρώτα απ' όλα ο καθένας οφείλει να δώσει απαντήσεις στον εαυτό του κάνοντας την αυτοκριτική του. Τα περισσότερα που γράφτηκαν εδώ ανταποκρίνονταν στη δικιά μας βιωματική αντίληψη και στις δικές μας ελλείψεις χωρίς να αποτελούν σοφιστείες κάποιων απ' την “απ' έξω”.

Έτσι με αυτήν την αφορμή δίνεται το κατάλληλο έναυσμα να τροφοδοτήσουμε παραπάνω τη σκέψη και τη δράση μας προχωρώντας στη μελλοντική έκδοση ενός μανιφέστου των θέσεων και των αξιών μας πάνω στο ρεύμα του μηδενισμού, του άναρχο - ατομικισμού και του επαναστατικού τερορρισμού που εκφράζουμε.

Παράλληλα η πρόσφατη προκήρυξη της “ομάδας συντρόφων που συνέβαλε στη καταστροφική δραστηριότητα στο κέντρο της Αθήνας κατά τη διάρκεια των πορειών της 5ης Μάη” αποδεικνύει πως κάθε εμπειρία που θέλει να είναι επαναστατική θα πρέπει να θέτει ως πρωταρχικό σκοπό τη δημιουργία χρόνων και τόπων συζήτησης και απολογισμού. Οι σύντροφοι μέσα από το κείμενο τους, ανεξάρτητα από διαφωνίες και συμφωνίες, εργάστηκαν ακριβώς πάνω στη διαδικασία της επανεκκίνησης της ουσιαστικής επαναστατικής διαλεκτικής.

Γιατί το στοίχημα της επανάστασης δεν παίζεται ούτε με όρους στρατιωτικής υπεροπλίας ούτε με θρησκόληπτους αφορισμούς κενού πολιτικού περιεχομένου. Το νέο αντάρτικο πόλης είναι μια διαδικασία που “χτυπάει” πρώτα απ' όλα στο κέντρο των ανθρωπίνων σχέσεων. Από εκεί ξεκινάνε όλα...



ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ ΠΥΡΗΝΩΝ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ

ΑΝΤΑΡΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΤΕΡΡΟΡΙΣΤΩΝ


ΦΡΑΞΙΑ ΜΗΔΕΝΙΣΤΩΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια: