Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2009

Από την αγροτική αναδιανομή της γης ως τον «κόκκινο καπιταλισμό»


Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας μπαίνει στην 7η δεκαετία της ύπαρξής της έχοντας ενδιάμεσα βιώσει οβιδιακές μεταμορφώσεις

Επιμέλεια: Γ. ΤΣΙΑΡΑΣ

Εξήντα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την 1η Οκτωβρίου του 1949, όταν ο Μάο Τσε Τουνγκ, έχοντας κατανικήσει- και εκδιώξει στην Ταϊβάν- τον εθνικιστικό στρατό του Τσανγκ Κάι Σεκ, έκανε γνωστό στον υπόλοιπο κόσμο το νέο όνομα της πανάρχαιας αυτοκρατορίας του: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. ΄Η, πιο απλά, Ερυθρή Κίνα.


Από τότε πολύ νερό- και αίμα- κύλησε στο αυλάκι της Ιστορίας. Στον πόλεμο της Κορέας (1950- 1953) οι κινέζοι στρατιώτες έτρεψαν σε φυγή τα αμερικανικά στρατεύματα, αναγκάζοντας τις μεγάλες δυνάμεις να αναγνωρίσουν την ισχύ της κομμουνιστικής Κίνας στη γεωφυσική «σφαίρα επιρροής» της.

Οι μεταρρυθμίσεις της πρώτης μαοϊκής περιόδου, ιδίως στον αγροτικό τομέα, υπήρξαν σαρωτικές: ο «Μεγάλος Τιμονιέρης» αναδιένειμε τη δεκαετία του ΄50 τα παλιά φεουδαρχικά latifundia στους πάμπτωχους κολίγους και εφήρμοσε ένα πενταετές πρόγραμμα ραγδαίας εκβιομηχάνισης, ακολουθώντας το σοβιετικό πρότυπο του Ιωσήφ Στάλιν.

Το πρόγραμμα είχε όμως τη σκοτεινή πλευρά του, οδηγώντας στον θάνατο δεκάδες εκατομμύρια κινέζους πολίτες, που υπέκυψαν στους διαδοχικούς λιμούς, στις πλημμύρες που προκλήθηκαν από σειρά κακοσχεδιασμένων τιτάνιων έργων υποδομής, αλλά και στις μαζικές εκτελέσεις και φυλακίσεις «αντιφρονούντων».

Σαν να μην έφθανε αυτό, το 1958 ο Μάο προχώρησε στο «Μεγάλο Αλμα προς τα Εμπρός», διατάσσοντας μια άνευ προηγουμένου συνεταιριστική αναδιανομή των γεωργικών εκτάσεων και ενισχύοντας δραστικά την παραγωγή ατσαλιού. Ωστόσο ο υπερβολικός συγκεντρωτισμός του συστήματος οδήγησε σε τραγικά λάθη στη χρήση του εργατικού δυναμικού, με αποτέλεσμα μεγάλες εκτάσεις να παραμείνουν ακαλλιέργητες και σχεδόν 30 εκατομμύρια Κινέζοι να πεθάνουν από πείνα μεταξύ 1958 και 1961.

Το 1961 ο ρυθμός γεννήσεων είχε πέσει στο μισό, λόγω της ελλιπούς διατροφής, σε σχέση με το 1951- και οι ιστορικοί εκτιμούν ότι την πρώτη μετεπαναστατική εικοσαετία ως και 70 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους- ένας τρομακτικός αριθμός, που συνιστά τη μεγαλύτερη απώλεια ζωής σε ειρηνική περίοδο στην ανθρώπινη ιστορία. Αν και σήμερα πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι οι μεταρρυθμίσεις της ταραγμένης εκείνης επαναστατικής περιόδου έθεσαν τις βάσεις για το σημερινό οικονομικό θαύμα της Κίνας, οι τραγικές- σε ανθρώπινο και κοινωνικό επίπεδο- συνέπειες του «Αλματος» απετέλεσαν και τη μεγαλύτερη πολιτική αποτυχία στην καριέρα του Μάο.

Αντιμετωπίζοντας για πρώτη φορά την αμφισβήτηση από μια μορφωμένη «νέα γενιά» του Κόμματος, που ζητούσε επιτακτικά εκδημοκρατισμό και πολιτικές ελευθερίες, ο Μάο διέταξε τον Μάιο του 1966 την έναρξη της περιβόητης Πολιτιστικής Επανάστασης. Ηταν μια γιγαντιαία εκκαθαριστική επιχείρηση που είχε τον φιλόδοξο στόχο «να ξεριζώσει όλα τα απομεινάρια της αστικής ιδεολογίας».

Ακολούθησε ένα δεκαετές λουτρό αίματος, με τους διαβόητους «ερυθροφρουρούς» να συλλαμβάνουν, να επαναπροωθούν σε καταναγκαστική «επιμορφωτική» εργασία και συχνά να εκτελούν εν μέση οδώ ακόμη και εντελώς αθώους πολίτες. Κάθε ελεύθερη φωνή κατεπνίγη και η ήδη έντονη προσωπολατρία του καθεστώτος ξεπέρασε κάθε προηγούμενο.

Ε νας πρόσθετος λόγος πίσω από το δράμα της Πολιτιστικής Επανάστασης ήταν και η αυξανόμενη- και κατά πολλούς παρανοϊκήανησυχία του Μάο για την προσπάθεια της ΕΣΣΔ να «καταλάβει εκ των έσω» την κινεζική εξουσία. Ακριβώς αυτή η ανησυχία τον οδήγησε, το 1972, στο ιστορικό «άνοιγμα» προς τη Δύση και την περίφημη συνάντησή του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον και τον υπουργό Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ - την αφετηρία της «τριγωνικής διπλωματίας» του Πεκίνου, αλλά και της πολύπλοκης θέσης της Κίνας στον σύγχρονο κόσμο.

Ο Μάο πέθανε το 1976, μαζί με τη βάρβαρη κατ΄ ευφημισμόν «Πολιτιστική» Επανάσταση. Η χήρα του, ως πρωταγωνίστρια της διαβόητης «Συμμορίας των Τεσσάρων», προσπάθησε να γαντζωθεί στην εξουσία, εξαπολύοντας ένα νέο κύμα εκκαθαρίσεων. Ωστόσο οι μεταρρυθμιστές νίκησαν, τα μέλη της «Συμμορίας» εκτελέστηκαν και το 1980 ένας νέος ηγέτης, ο Ντενγκ Χσιάο Πινγκ, ανέλαβε την εξουσία. Και τότε ξεκίνησε η μεγάλη στροφή προς τον «κόκκινο καπιταλισμό». Η οικονομία και η χώρα στράφηκαν προς έναν νέο, μοναδικό στα χρονικά συνδυασμό κομμουνιστικού συγκεντρωτισμού και καπιταλιστικής απελευθέρωσης.

Οι ριζικές μεταρρυθμίσεις του Ντενγκ- ο οποίος, αν και υπήρξε θύμα της «επιμορφωτικής» τρομοκρατίας, απέ φυγε να αποκηρύξει τη μαοϊκή «κληρονομιά», για την οποία έλεγε το περίφημο «επτά μέρη καλό, τρία μέρη κακό»!- δημιούργησαν τη σύγχρονη Κίνα. Διαλύοντας τα σοβιετικής λογικής συνεταιριστικά «κολχόζ» και ανοίγοντας για πρώτη φορά τον βιομηχανικό κλάδο στις ξένες επενδύσεις, με τη δημιουργία των (αμιγώς καπιταλιστικών) Ειδικών Οικονομικών Ζωνών, ο Ντενγκ πυροδότησε τη μεγαλύτερη εσωτερική μετανάστευση στη νεότερη ιστορία- καθώς, στην τριακονταετία που ακολούθησε ως σήμερα, περισσότεροι από 250 εκατομμύρια φτωχοί αγρότες εγκατέλειψαν τις εστίες τους για να δουλέψουν στα καινούργια εργοστάσια.

Καθώς οι ξένες αγορές άρχισαν να «καταπίνουν» όλο και περισσότερο τα πάμφθηνα κινεζικά προϊόντα μαζικής κατανάλωσης, μια νέα μεσαία, αστική τάξη διαμορφώθηκε και ανέλαβε σταδιακά τα ηνία του κόμματος και της χώρας. Μαζί ήρθε και η εξαιρετικά εκτεταμένη διαφθορά. Οι κομματικοί «κόκκινοι μανδαρίνοι» πλούτισαν από τη διαπλοκή και τις επαφές με το ξένο κεφάλαιο και βρέθηκαν στην κορυφή της νέας κοινωνικής πυραμίδας. Τα εκατομμύρια των κακοπληρωμένων εργατών από την επαρχία βρέθηκαν στον πάτο της.

Η αύξηση σε όλους τους στατιστικούς δείκτες υπήρξε εντυπωσιακή, ενώ σημαντική ήταν η βελτίωση στο βιοτικό επίπεδο του μέσου Κινέζου. Δευτερευόντως και στις ατομικές ελευθερίες, σε σχέση τουλάχιστον με τα χρόνια της Πολιτιστικής Επανάστασης.

Παρά τη σαφή βελτίωση στην καθημερινή ζωή των Κινέζων, ο πραγματιστής Ντενγκ αντιμετώπισε- και ακόμη αντιμετωπίζει, σε ορισμένους κύκλους της Αριστεράς- οξύτατη κριτική για την άνευ όρων παράδοση της κομμουνιστικής ιδεολογίας και τη στροφή προς τον ατομικισμό και τον υλισμό, που ενέπνευσε στην κινεζική κοινωνία. Ωστόσο αυτοί που βγήκαν στους δρόμους του Πεκίνου το 1989 και απείλησαν πραγματικά με καταστροφή το κομμουνιστικό καθεστώς ήταν τα «παιδιά του Ντενγκ»: οι νεαροί φοιτητές και εργάτες που ζητούσαν περισσότερες ελευθερίες και πιο δημοκρατικό καθεστώς.

Υστερα από εβδομάδες μαχητικών διαδηλώσεων στην πλατεία της Ουράνιας Γαλήνης, την Τιανανμέν, οι «σκληροί» του Κόμματος, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Λι Πενγκ, υπερίσχυσαν, και- σε αντίθεση με τη στάση της σοβιετικής ηγεσίας στην Ανατολική Ευρώπη, λίγους μήνες αργότερα- τα τανκς έπνιξαν στο αίμα την πρώτη και τελευταία, ουσιαστικά, απόπειρα αποτίναξης του απολυταρχικού «ζυγού» του ΚΚΚ, δολοφονώντας χιλιάδες πολίτες και αμαυρώνοντας για πάντα την εικόνα της Κίνας ως «Λαϊκής Δημοκρατίας». Ηταν μοιραίο: το «οικονομικό θαύμα» της Κίνας θα πραγματοποιούνταν οριστικά υπό τον αυστηρό έλεγχο του Κόμματος.

Μετά την τραγωδία της Τιανανμέν ο Ντενγκ αποσύρθηκε από το προσκήνιο και αντικαταστάθηκε από την «τρίτη γενιά» της κομματικής ηγεσίας, δηλαδή γραφειοκράτες σαν τον Ζιανγκ Ζεμίν, που επιτάχυναν τα καπιταλιστικά «πειράματα», αλλά άνοιξαν ακόμη περισσότερο τις λεωφόρους της ατομικής διαφθοράς, διευρύνοντας όλο και περισσότερο το χάσμα μεταξύ των νεόπλουτων αστών της Σανγκάης και των άλλων βιομηχανικών μεγαλουπόλεων και της ξεχασμένης αγροτικής πλειοψηφίας. Γιγαντιαία δημόσια έργα, όπως το Φράγμα των Τριών Φαραγγιών, άλλαξαν για πάντα τη μορφή αλλά και την ήδη διαταραγμένη οικολογική ισορροπία της πολυάνθρωπης χώρας.

«Τίποτε δεν έχει αλλάξει, αλλά τίποτε δεν είναι όπως παλιά»... Μόνο ένας κινέζος φωτογράφος θα είχε την υπομονή- και τα... κρατικά μέσα- να τραβήξει ξανά, 29 χρόνια μετά, την ίδια σειρά φωτογραφιών με φόντο την πλατεία Τιανανμέν με προφανή σκοπό να καταδείξει εικαστικά, χωρίς λόγια, τις τεράστιες αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν έκτοτε στην πατρίδα του. Αυτό ακριβώς έκανε ο παγκοσμίως διάσημος για τα πορτρέτα απλών ΚινέζωνΧέι Μινγκ στο νέο του αφιέρωμα με τίτλο «Γεια σου ξανά, Τιανανμέν». Στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 60 χρόνια της Λαϊκής Δημοκρατίας έψαξε και βρήκε τα αυθεντικά «μοντέλα» των πρώτων εκείνων φωτογραφιών του 1970 και τα φωτογράφισε ξανά στο ίδιο σημείο, την ίδια ώρα της ημέρας και με την ίδια στάση όπως τότε! Στην αριστερή φωτογραφία, τέσσερις... πανομοιότυπες μικρές μαθήτριες του 1970, που εξελίχθηκαν σε τέσσερις μεσήλικες κυρίες, με εμφανείς διαφορές στο στυλ και στην εμφάνιση, αν όχι και στην κοινωνική τάξη. Δεξιά, ομοίως, πέντε αγέλαστες νεαρές εργάτριες- με τις κλασικές κοτσίδες και φόρμες της Πολιτιστικής Επανάστασης- μοιάζουν τριάντα χρόνια αργότερα να έχουν κάνει, μαζί με τη χώρα τους, ένα «Μεγάλο Αλμα προς τα Εμπρός»...(RΕUΤΕRS)
tovima.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: