Ρεπορτάζ : Κ. Παπακώστα - Γ. Παπαδόπουλος
(από ΤΑ ΝΕΑ)
Σύμφωνα με τους περισσότερους τουριστικούς οδηγούς, η Νέα Υόρκη είναι η «παγκόσμια πρωτεύουσα της κατανάλωσης». Οι πολυτελείς βιτρίνες της και η τεράστια ποικιλία σε αγαθά αποτελούν τα τελευταία χρόνια πόλο έλξης για πολλούς Έλληνες τουρίστες. Οι διακοπές τους εκεί συνδυάζονται με μια βόλτα στα μαγαζιά, η οποία αποδεικνύεται συνήθως εξαιρετικά συμφέρουσα, αφού... οι τιμές στην αμερικανική μητρόπολη είναι πολύ καλύτερες από τις αντίστοιχες στην ελληνική πρωτεύουσα.
Όταν ο Αλέξης Νικολαΐδης ξεκίνησε τον περασμένο Μάιο το ταξίδι του με προορισμό την Αμερική οι βαλίτσες του ζύγιζαν 7 κιλά. Στον γυρισμό ξεπερνούσαν τα 32. Για δύο εβδομάδες ο 25χρονος ιδιωτικός υπάλληλος γέμιζε τις αποσκευές του με ψώνια. Αγόρασε δέκα μπλούζες, ένα πουκάμισο, δύο τζιν παντελόνια, ένα υφασμάτινο παντελόνι, δύο ζευγάρια αθλητικά παπούτσια και μια σανίδα του σνόουμπορντ με πλήρη εξοπλισμό. Πραγματοποίησε τις αγορές του στη Νέα Υόρκη, τη Βοστώνη και το Μαϊάμι και ξόδεψε συνολικά περίπου 900 ευρώ. Όλα τα προϊόντα που αγόρασε ήταν γνωστών εταιρειών, όπως Calvin Κlein, Τommy Ηilfigher, Νike και GΑΡ. «Η σανίδα του σνόουμπορντ ήταν η πιο ακριβή αγορά», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Νικολαΐδης. «Έκανε 550 δολάρια- περίπου 367 ευρώ- ενώ στην Ελλάδα θα έβρισκα την ίδια μάρκα εκτός εποχής με 800 ευρώ». Σε περίπτωση που ξαναπήγαινε στην Αμερική, ο κ. Νικολαΐδης λέει ότι θα αγόραζε σίγουρα έναν υπολογιστή.
Ο κ. Νικολαΐδης είναι ένας από τους χιλιάδες Ευρωπαίους που εκμεταλλεύονται κάθε χρόνο τις χαμηλές τιμές στην αγορά της Αμερικής. «Οι Ευρωπαίοι δεν έρχονται εδώ για να αγοράσουν μόνο ένα ζευγάρι τζιν που στην πατρίδα τους θα έκανε 75 δολάρια και εδώ κάνει 50», λέει στα «ΝΕΑ» ο Σκοτ Κρούγκμαν, εκπρόσωπος της Εθνικής Οργάνωσης Λιανικού Εμπορίου με έδρα την Ουάσιγκτον. «Οι περισσότεροι τουρίστες ψωνίζουν ρούχα ακριβών εταιρειών, ενώ πολύ δημοφιλή είναι και τα κοσμήματα», συμπληρώνει. Οι διαφορές. Τα μεγαλύτερα κέρδη για όσους ταξιδέψουν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού προκύπτουν από τις αγορές ειδών ένδυσης και υπόδησης, αλλά και ηλεκτρονικών. Είναι χαρακτηριστικό πως όποιος αποφασίσει να αγοράσει έναν φορητό υπολογιστή Μacbook Αir της Αpple θα κερδίσει 596 ευρώ, αφού στην Αθήνα κοστίζει 1.798 ευρώ και στο Μεγάλο Μήλο στοιχίζει 1.799 δολάρια, δηλαδή 1.202 ευρώ. Όμως οι χαμηλές τιμές δεν οφείλονται μόνο στο ισχυρό ευρώ, καθώς η ισοτιμία με το δολάριο κυμαίνεται στο 1,48 αυτήν την εποχή. Σημαντικό ρόλο παίζουν και οι προσφορές των αμερικανικών εμπορικών καταστημάτων και πολυκαταστημάτων.
Ειδικά στις επίσημες εκπτωτικές περιόδους, το όφελος για τους καταναλωτές είναι πολύ μεγάλο, αφού οι εκπτώσεις μπορεί να φθάσουν μέχρι και 80%.
Οι λάτρεις των διάσημων οίκων μόδας, τα προϊόντα των οποίων συχνά έχουν απαγορευτικές τιμές στην Ελλάδα, έχουν την ευκαιρία να βρουν δημιουργίες των αγαπημένων τους σχεδιαστών με εκπτώσεις που κυμαίνονται από 50% μέχρι και 80%. Για παράδειγμα, σε κάποια από τα διάσημα πολυκαταστήματα στην καρδιά του Μανχάταν, σχεδόν κάθε εβδομάδα, προϊόντα διαφορετικής μάρκας, όπως Chanel, Ρrada ή Αrmani, πωλούνται στη μισή τιμή ή και ακόμη φθηνότερα. Επιπλέον, υπάρχουν outlets, εκπτωτικά δηλαδή καταστήματα, όπου έχει κανείς τη δυνατότητα να βρει όποια μάρκα επιθυμεί σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το διάσημο Woodburry Common, ένα «χωριό» με 220 outlets, βόρεια της Νέας Υόρκης, σε απόσταση μιας ώρας, το οποίο για πολλούς αποτελεί και τουριστικό αξιοθέατο.
Σύμφωνα με το υπουργείο Εμπορίου της Αμερικής, το 35% των Ευρωπαίων τουριστών που φθάνουν στη χώρα κάθε χρόνο, επισκέπτονται τη Νέα Υόρκη. Όπως εξηγεί ο κ. Κρούγκμαν, η διαφορά στις τιμές δεν εξαρτάται μόνο από την ισοτιμία ευρώ και δολαρίου. Συχνά οι τιμές στις ΗΠΑ διαμορφώνονται βάσει διαφορετικών συμφωνιών ανάμεσα στους προμηθευτές και τους εμπόρους. Στην ερώτηση των «ΝΕΩΝ» γιατί δεν εφαρμόζονται ανάλογες πρακτικές και στην Αθήνα, ο κ. Θεόδωρος Βάρδας, πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδας επισημαίνει ότι «δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τις δύο αγορές, τα μεγέθη είναι ανόμοια. Οι λιανεμπορικές επιχειρήσεις εκεί έχουν τη δυνατότητα να πραγματοποιούν αγορές σε μεγάλες ποσότητες και να επιτυγχάνουν μεγάλες οικονομίες κλίμακας, πράγμα που δίνει τη δυνατότητα εκπτώσεων στον καταναλωτή». Και προσθέτει: «Στην Ελλάδα ο κύριος όγκος των επιχειρήσεων είναι μικρές και μεσαίες και δεν μπορούν να αγοράσουν κατευθείαν από ξένους προμηθευτές και παραγωγούς. Μεσολαβούν οι χονδρέμποροι, γεγονός που συνεπάγεται ένα έξτρα 50% με 70% στο κόστος του προϊόντος».
Σύμφωνα με τους περισσότερους τουριστικούς οδηγούς, η Νέα Υόρκη είναι η «παγκόσμια πρωτεύουσα της κατανάλωσης». Οι πολυτελείς βιτρίνες της και η τεράστια ποικιλία σε αγαθά αποτελούν τα τελευταία χρόνια πόλο έλξης για πολλούς Έλληνες τουρίστες. Οι διακοπές τους εκεί συνδυάζονται με μια βόλτα στα μαγαζιά, η οποία αποδεικνύεται συνήθως εξαιρετικά συμφέρουσα, αφού... οι τιμές στην αμερικανική μητρόπολη είναι πολύ καλύτερες από τις αντίστοιχες στην ελληνική πρωτεύουσα.
Όταν ο Αλέξης Νικολαΐδης ξεκίνησε τον περασμένο Μάιο το ταξίδι του με προορισμό την Αμερική οι βαλίτσες του ζύγιζαν 7 κιλά. Στον γυρισμό ξεπερνούσαν τα 32. Για δύο εβδομάδες ο 25χρονος ιδιωτικός υπάλληλος γέμιζε τις αποσκευές του με ψώνια. Αγόρασε δέκα μπλούζες, ένα πουκάμισο, δύο τζιν παντελόνια, ένα υφασμάτινο παντελόνι, δύο ζευγάρια αθλητικά παπούτσια και μια σανίδα του σνόουμπορντ με πλήρη εξοπλισμό. Πραγματοποίησε τις αγορές του στη Νέα Υόρκη, τη Βοστώνη και το Μαϊάμι και ξόδεψε συνολικά περίπου 900 ευρώ. Όλα τα προϊόντα που αγόρασε ήταν γνωστών εταιρειών, όπως Calvin Κlein, Τommy Ηilfigher, Νike και GΑΡ. «Η σανίδα του σνόουμπορντ ήταν η πιο ακριβή αγορά», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Νικολαΐδης. «Έκανε 550 δολάρια- περίπου 367 ευρώ- ενώ στην Ελλάδα θα έβρισκα την ίδια μάρκα εκτός εποχής με 800 ευρώ». Σε περίπτωση που ξαναπήγαινε στην Αμερική, ο κ. Νικολαΐδης λέει ότι θα αγόραζε σίγουρα έναν υπολογιστή.
Ο κ. Νικολαΐδης είναι ένας από τους χιλιάδες Ευρωπαίους που εκμεταλλεύονται κάθε χρόνο τις χαμηλές τιμές στην αγορά της Αμερικής. «Οι Ευρωπαίοι δεν έρχονται εδώ για να αγοράσουν μόνο ένα ζευγάρι τζιν που στην πατρίδα τους θα έκανε 75 δολάρια και εδώ κάνει 50», λέει στα «ΝΕΑ» ο Σκοτ Κρούγκμαν, εκπρόσωπος της Εθνικής Οργάνωσης Λιανικού Εμπορίου με έδρα την Ουάσιγκτον. «Οι περισσότεροι τουρίστες ψωνίζουν ρούχα ακριβών εταιρειών, ενώ πολύ δημοφιλή είναι και τα κοσμήματα», συμπληρώνει. Οι διαφορές. Τα μεγαλύτερα κέρδη για όσους ταξιδέψουν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού προκύπτουν από τις αγορές ειδών ένδυσης και υπόδησης, αλλά και ηλεκτρονικών. Είναι χαρακτηριστικό πως όποιος αποφασίσει να αγοράσει έναν φορητό υπολογιστή Μacbook Αir της Αpple θα κερδίσει 596 ευρώ, αφού στην Αθήνα κοστίζει 1.798 ευρώ και στο Μεγάλο Μήλο στοιχίζει 1.799 δολάρια, δηλαδή 1.202 ευρώ. Όμως οι χαμηλές τιμές δεν οφείλονται μόνο στο ισχυρό ευρώ, καθώς η ισοτιμία με το δολάριο κυμαίνεται στο 1,48 αυτήν την εποχή. Σημαντικό ρόλο παίζουν και οι προσφορές των αμερικανικών εμπορικών καταστημάτων και πολυκαταστημάτων.
Ειδικά στις επίσημες εκπτωτικές περιόδους, το όφελος για τους καταναλωτές είναι πολύ μεγάλο, αφού οι εκπτώσεις μπορεί να φθάσουν μέχρι και 80%.
Οι λάτρεις των διάσημων οίκων μόδας, τα προϊόντα των οποίων συχνά έχουν απαγορευτικές τιμές στην Ελλάδα, έχουν την ευκαιρία να βρουν δημιουργίες των αγαπημένων τους σχεδιαστών με εκπτώσεις που κυμαίνονται από 50% μέχρι και 80%. Για παράδειγμα, σε κάποια από τα διάσημα πολυκαταστήματα στην καρδιά του Μανχάταν, σχεδόν κάθε εβδομάδα, προϊόντα διαφορετικής μάρκας, όπως Chanel, Ρrada ή Αrmani, πωλούνται στη μισή τιμή ή και ακόμη φθηνότερα. Επιπλέον, υπάρχουν outlets, εκπτωτικά δηλαδή καταστήματα, όπου έχει κανείς τη δυνατότητα να βρει όποια μάρκα επιθυμεί σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το διάσημο Woodburry Common, ένα «χωριό» με 220 outlets, βόρεια της Νέας Υόρκης, σε απόσταση μιας ώρας, το οποίο για πολλούς αποτελεί και τουριστικό αξιοθέατο.
Σύμφωνα με το υπουργείο Εμπορίου της Αμερικής, το 35% των Ευρωπαίων τουριστών που φθάνουν στη χώρα κάθε χρόνο, επισκέπτονται τη Νέα Υόρκη. Όπως εξηγεί ο κ. Κρούγκμαν, η διαφορά στις τιμές δεν εξαρτάται μόνο από την ισοτιμία ευρώ και δολαρίου. Συχνά οι τιμές στις ΗΠΑ διαμορφώνονται βάσει διαφορετικών συμφωνιών ανάμεσα στους προμηθευτές και τους εμπόρους. Στην ερώτηση των «ΝΕΩΝ» γιατί δεν εφαρμόζονται ανάλογες πρακτικές και στην Αθήνα, ο κ. Θεόδωρος Βάρδας, πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδας επισημαίνει ότι «δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τις δύο αγορές, τα μεγέθη είναι ανόμοια. Οι λιανεμπορικές επιχειρήσεις εκεί έχουν τη δυνατότητα να πραγματοποιούν αγορές σε μεγάλες ποσότητες και να επιτυγχάνουν μεγάλες οικονομίες κλίμακας, πράγμα που δίνει τη δυνατότητα εκπτώσεων στον καταναλωτή». Και προσθέτει: «Στην Ελλάδα ο κύριος όγκος των επιχειρήσεων είναι μικρές και μεσαίες και δεν μπορούν να αγοράσουν κατευθείαν από ξένους προμηθευτές και παραγωγούς. Μεσολαβούν οι χονδρέμποροι, γεγονός που συνεπάγεται ένα έξτρα 50% με 70% στο κόστος του προϊόντος».
fimotro
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου