Ρεπορτάζ : Κώστας Σιωμόπουλος
Πρόσθετο φόρο ως και 1.200 ευρώ κινδυνεύουν να πληρώσουν όσοι φορολογούμενοι (μισθωτοί, συνταξιούχοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες κ.λπ.) δεν καταφέρουν να συγκεντρώσουν εντός του 2010 το απαιτούμενο ποσό αποδείξεων για να εξασφαλίσουν το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ. Ουσιαστικά το υπουργείο Οικονομικών με το νέο καθεστώς αποδείξεων επιβάλλει... για εισόδημα 12.000 ευρώ φορολογικό συντελεστή 10%. Προκειμένου να μηδενιστεί ο συγκεκριμένος συντελεστής και να λειτουργήσει ως αφορολόγητο το πρώτο κλιμάκιο θα πρέπει οι φορολογούμενοι πολίτες να συγκεντρώσουν αποδείξεις πολλών χιλιάδων ευρώ. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα με το ζευγάρι μισθωτών με ετήσιο δηλωθέν εισόδημα 20.000 ευρώ έκαστος, δηλαδή μηνιαίος καθαρός μισθός 1.300 ευρώ. Θα πρέπει μέσα στον χρόνο να συγκεντρώσουν αποδείξεις καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών συνολικής αξίας 12.000 ευρώ για να εξασφαλίσουν το αφορολόγητο όριο και να μην πληρώσουν 1.200 ευρώ πρόσθετο φόρο. Δηλαδή θα πρέπει κάθε μήνα να λαμβάνουν αποδείξεις από αγορές 1.000 ευρώ.
Το ποσό το οποίο το υπουργείο Οικονομικών ζητεί να καλύπτεται από αποδείξεις θα ήταν πιο εφικτό να γίνει αν το υπουργείο έδινε τη δυνατότητα στους πολίτες να χρησιμοποιήσουν αποδείξεις οι οποίες καλύπτουν σχεδόν το 50% των μηνιαίων δαπανών. Ποιες είναι αυτές; Οι λογαριασμοί της ΔΕΗ, της ΕΥΔΑΠ, του ΟΤΕ, των ιδιωτικών εταιρειών κινητής και σταθερής τηλεφωνίας, τα εισιτήρια λεωφορείων, μετρό, τρένων, πλοίων κτλ. Ολα τα παραπάνω όμως το υπουργείο Οικονομικών τα εξαιρεί από τις αποδείξεις που μπορεί να συγκεντρώσει ο φορολογούμενος για να δικαιούται το αφορολόγητο και αυτό δημιουργεί πρόσθετο πονοκέφαλο στους μισθωτούς και συνταξιούχους οι οποίοι σε αρκετές περιπτώσεις δεν διαθέτουν τα αντίστοιχα εισοδήματα για να καταναλώσουν.
Μια άλλη περίπτωση την οποία οφείλει να επανεξετάσει το υπουργείο Οικονομικών προτού καταλήξει στις τελικές διατάξεις του φορολογικού νομοσχεδίου που θα καταθέσει στη Βουλή τις επόμενες ημέρες είναι το γεγονός ότι αν κάποιος δηλώσει ως εισόδημα στην Εφορία 11.900 ευρώ θα χρειαστεί να προσκομίσει ως αποδείξεις στην Εφορία το 10% αυτών, δηλαδή 1.190 ευρώ, ενώ αν κάποιος δηλώσει στην Εφορία 12.100 ευρώ, θα πρέπει να προσκομίσει το τριπλάσιο ποσό, δηλαδή το 30% αυτών, ήτοι 3.630 ευρώ. Αυτό από μόνο του συνιστά αδικία για τους φορολογουμένους εκείνους που διαθέτουν εισοδήματα λίγο πάνω από το επίπεδο των 12.000 ευρώ.
Διευκρινίσεις για ζευγάρια
Ωστόσο χθες το υπουργείο Οικονομικών έσπευσε να διευκρινίσει ορισμένα κενά που είχαν προκύψει κατά την πρώτη ημέρα παρουσίασης των φορολογικών μέτρων. Ειδικότερα διευκρινίζει ότι στα έγγαμα ζευγάρια αν κάποιος από τους δύο δεν έχει εισοδήματα, ή έχει πολύ λιγότερα από τον άλλον, μπορεί να συγκεντρώσει οικογενειακές αποδείξεις μέχρι του ποσού των 30.000 ευρώ και αφού αφαιρεθούν τα κατά περίπτωση ποσά για τα αφορολόγητα να υπάρξει αξιόλογη έκπτωση φόρου. Για παράδειγμα, αν ο υπόχρεος δηλώνει στην Εφορία εισόδημα 60.000 ευρώ και η σύζυγός του είναι άνεργη και συγκεντρώσουν αποδείξεις συνολικής αξίας 30.000 ευρώ, τότε θα αφαιρεθούν από το ποσό αυτό οι 12.000 ευρώ που προορίζονται για την κάλυψη του αφορολογήτου και οι υπόλοιπες 18.000 ευρώ θα επιφέρουν έκπτωση φόρου 1.800 ευρώ (18.000 ευρώ Χ 10%). Αν όμως ο ανωτέρω φορολογούμενος ήταν άγαμος, ακόμη και αν είχε μαζέψει αποδείξεις 30.000 ευρώ, η Εφορία θα μπορούσε να του αναγνωρίσει κατ΄ ανώτατο όριο αποδείξεις 15.000 ευρώ. Οι 12.000 ευρώ θα συνυπολογίζονταν για το αφορολόγητο και οι υπόλοιπες 3.000 ευρώ για την πρόσθετη έκπτωση φόρου 300 ευρώ (3.000 ευρώΧ10% συντελεστής έκπτωσης φόρου).
Παρακράτηση φόρου
Πάντως, αν κάποιος ρίξει μια ματιά στον φόρο εισοδήματος, που βγαίνει ως αποτέλεσμα, με βάση την προτεινόμενη φορολογική κλίμακα και αυτή που ίσχυε πέρυσι, προκύπτει ότι αυξημένο φόρο θα πληρώσουν όσοι δηλώσουν στην Εφορία πάνω από 40.000 ευρώ. Ωστόσο και εκείνοι οι οποίοι φαίνεται ότι θα τύχουν της ελάφρυνσης φόρου κινδυνεύουν με πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση, αν δεν καταφέρουν να συγκεντρώσουν αποδείξεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αν κάποιος δηλώσει στην Εφορία 25.000 ευρώ και συγκεντρώσει αποδείξεις 7.500 ευρώ θα διαπιστώσει σε σύγκριση με πέρυσι φορολογική ελάφρυνση 310 ευρώ. Αν όμως συγκεντρώσει αποδείξεις 3.000 ευρώ θα πληρώσει επιπλέον φόρο σε σύγκριση με πέρυσι 140 ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό του φόρου παρακράτησης, από το υπουργείο Οικονομικών διευκρινίζεται ότι τα λογιστήρια των επιχειρήσεων θα λαμβάνουν υπ΄ όψιν κανονικά το αφορολόγητο ποσό των 12.000 ευρώ. Κατά συνέπεια οι διαφορές των φόρων που θα προκύπτουν από τη συγκέντρωση αποδείξεων θα αποδεικνύονται κατά την εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης.
Αγορές και τεκμήρια
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου έχει διευκρινίσει ότι δεν θα λαμβάνονται υπ΄ όψιν αποδείξεις οι οποίες αφορούν αγορές καταναλωτικών αγαθών και παροχή υπηρεσιών οι οποίες συνιστούν τεκμήρια. Τέτοιου είδους δαπάνες είναι εκτός από τα αυτοκίνητα, τα ακίνητα, τα σκάφη αναψυχής και τα έξοδα για μεγάλα ταξίδια που ξεπερνούν τις 5.000 ευρώ. Αυτό τουλάχιστον ορίζει ο νόμος σήμερα. Κατά συνέπεια, αν δεν αλλάξει αυτό, γίνεται ακόμη πιο δύσκολη η προσπάθεια για κάποιους να συγκεντρώσουν τις πολυπόθητες αποδείξεις που θα τους εξασφαλίσουν το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τις δαπάνες για εξόφληση τόκων στεγαστικών δανείων, τις ιατρικές δαπάνες, τα ενοίκια κύριας κατοικίας, τις αμοιβές δικηγόρων, τα ασφάλιστρα ζωής κτλ. παραμένουν ως έχουν. Αλλες εκπίπτουν από το εισόδημα και άλλες μειώνουν τον φόρο. Αυτές δεν πρόκειται να αλλάξουν ούτε να περιληφθούν στις υπόλοιπες αποδείξεις που προορίζονται για το «χτίσιμο» του αφορολογήτου.
Αδιευκρίνιστο παραμένει και το τι θα γίνει με τις αποδείξεις από επισκευές κατοικιών, όπου σύμφωνα με τα στοιχεία εκεί εντοπίζεται εστία φοροδιαφυγής. Οι εν λόγω δαπάνες ως σήμερα μπορούσαν να εκπέσουν σε ποσοστό ως και 40% από το εισόδημα και να οδηγήσουν σε έκπτωση φόρου ως και 16%. Με τα νέα μέτρα όμως η έκπτωση φόρου περιορίζεται στο 10%.
Οι δαπάνες για βενζίνη
Τέλος, σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι φορολογούμενοι είναι το γεγονός ότι ενώ δαπανούν κάθε μήνα σημαντικά ποσά για την αγορά καυσίμων, τη χρήση ταξί και την αγορά προϊόντων από λαϊκές αγορές και τα περίπτερα δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να λάβουν απόδειξη καθώς οι εν λόγω επαγγελματίες δεν υποχρεούνται ακόμη στην έκδοσή τους. Θα πρέπει λοιπόν άμεσα το υπουργείο να αρχίσει τις διαδικασίες ώστε να μη χαθεί και άλλος πολύτιμος χρόνος μέσα στο 2010 για την απόκτηση αποδείξεων από τους ανωτέρω επαγγελματίες.
Πρόσθετο φόρο ως και 1.200 ευρώ κινδυνεύουν να πληρώσουν όσοι φορολογούμενοι (μισθωτοί, συνταξιούχοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες κ.λπ.) δεν καταφέρουν να συγκεντρώσουν εντός του 2010 το απαιτούμενο ποσό αποδείξεων για να εξασφαλίσουν το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ. Ουσιαστικά το υπουργείο Οικονομικών με το νέο καθεστώς αποδείξεων επιβάλλει... για εισόδημα 12.000 ευρώ φορολογικό συντελεστή 10%. Προκειμένου να μηδενιστεί ο συγκεκριμένος συντελεστής και να λειτουργήσει ως αφορολόγητο το πρώτο κλιμάκιο θα πρέπει οι φορολογούμενοι πολίτες να συγκεντρώσουν αποδείξεις πολλών χιλιάδων ευρώ. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα με το ζευγάρι μισθωτών με ετήσιο δηλωθέν εισόδημα 20.000 ευρώ έκαστος, δηλαδή μηνιαίος καθαρός μισθός 1.300 ευρώ. Θα πρέπει μέσα στον χρόνο να συγκεντρώσουν αποδείξεις καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών συνολικής αξίας 12.000 ευρώ για να εξασφαλίσουν το αφορολόγητο όριο και να μην πληρώσουν 1.200 ευρώ πρόσθετο φόρο. Δηλαδή θα πρέπει κάθε μήνα να λαμβάνουν αποδείξεις από αγορές 1.000 ευρώ.
Το ποσό το οποίο το υπουργείο Οικονομικών ζητεί να καλύπτεται από αποδείξεις θα ήταν πιο εφικτό να γίνει αν το υπουργείο έδινε τη δυνατότητα στους πολίτες να χρησιμοποιήσουν αποδείξεις οι οποίες καλύπτουν σχεδόν το 50% των μηνιαίων δαπανών. Ποιες είναι αυτές; Οι λογαριασμοί της ΔΕΗ, της ΕΥΔΑΠ, του ΟΤΕ, των ιδιωτικών εταιρειών κινητής και σταθερής τηλεφωνίας, τα εισιτήρια λεωφορείων, μετρό, τρένων, πλοίων κτλ. Ολα τα παραπάνω όμως το υπουργείο Οικονομικών τα εξαιρεί από τις αποδείξεις που μπορεί να συγκεντρώσει ο φορολογούμενος για να δικαιούται το αφορολόγητο και αυτό δημιουργεί πρόσθετο πονοκέφαλο στους μισθωτούς και συνταξιούχους οι οποίοι σε αρκετές περιπτώσεις δεν διαθέτουν τα αντίστοιχα εισοδήματα για να καταναλώσουν.
Μια άλλη περίπτωση την οποία οφείλει να επανεξετάσει το υπουργείο Οικονομικών προτού καταλήξει στις τελικές διατάξεις του φορολογικού νομοσχεδίου που θα καταθέσει στη Βουλή τις επόμενες ημέρες είναι το γεγονός ότι αν κάποιος δηλώσει ως εισόδημα στην Εφορία 11.900 ευρώ θα χρειαστεί να προσκομίσει ως αποδείξεις στην Εφορία το 10% αυτών, δηλαδή 1.190 ευρώ, ενώ αν κάποιος δηλώσει στην Εφορία 12.100 ευρώ, θα πρέπει να προσκομίσει το τριπλάσιο ποσό, δηλαδή το 30% αυτών, ήτοι 3.630 ευρώ. Αυτό από μόνο του συνιστά αδικία για τους φορολογουμένους εκείνους που διαθέτουν εισοδήματα λίγο πάνω από το επίπεδο των 12.000 ευρώ.
Διευκρινίσεις για ζευγάρια
Ωστόσο χθες το υπουργείο Οικονομικών έσπευσε να διευκρινίσει ορισμένα κενά που είχαν προκύψει κατά την πρώτη ημέρα παρουσίασης των φορολογικών μέτρων. Ειδικότερα διευκρινίζει ότι στα έγγαμα ζευγάρια αν κάποιος από τους δύο δεν έχει εισοδήματα, ή έχει πολύ λιγότερα από τον άλλον, μπορεί να συγκεντρώσει οικογενειακές αποδείξεις μέχρι του ποσού των 30.000 ευρώ και αφού αφαιρεθούν τα κατά περίπτωση ποσά για τα αφορολόγητα να υπάρξει αξιόλογη έκπτωση φόρου. Για παράδειγμα, αν ο υπόχρεος δηλώνει στην Εφορία εισόδημα 60.000 ευρώ και η σύζυγός του είναι άνεργη και συγκεντρώσουν αποδείξεις συνολικής αξίας 30.000 ευρώ, τότε θα αφαιρεθούν από το ποσό αυτό οι 12.000 ευρώ που προορίζονται για την κάλυψη του αφορολογήτου και οι υπόλοιπες 18.000 ευρώ θα επιφέρουν έκπτωση φόρου 1.800 ευρώ (18.000 ευρώ Χ 10%). Αν όμως ο ανωτέρω φορολογούμενος ήταν άγαμος, ακόμη και αν είχε μαζέψει αποδείξεις 30.000 ευρώ, η Εφορία θα μπορούσε να του αναγνωρίσει κατ΄ ανώτατο όριο αποδείξεις 15.000 ευρώ. Οι 12.000 ευρώ θα συνυπολογίζονταν για το αφορολόγητο και οι υπόλοιπες 3.000 ευρώ για την πρόσθετη έκπτωση φόρου 300 ευρώ (3.000 ευρώΧ10% συντελεστής έκπτωσης φόρου).
Παρακράτηση φόρου
Πάντως, αν κάποιος ρίξει μια ματιά στον φόρο εισοδήματος, που βγαίνει ως αποτέλεσμα, με βάση την προτεινόμενη φορολογική κλίμακα και αυτή που ίσχυε πέρυσι, προκύπτει ότι αυξημένο φόρο θα πληρώσουν όσοι δηλώσουν στην Εφορία πάνω από 40.000 ευρώ. Ωστόσο και εκείνοι οι οποίοι φαίνεται ότι θα τύχουν της ελάφρυνσης φόρου κινδυνεύουν με πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση, αν δεν καταφέρουν να συγκεντρώσουν αποδείξεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αν κάποιος δηλώσει στην Εφορία 25.000 ευρώ και συγκεντρώσει αποδείξεις 7.500 ευρώ θα διαπιστώσει σε σύγκριση με πέρυσι φορολογική ελάφρυνση 310 ευρώ. Αν όμως συγκεντρώσει αποδείξεις 3.000 ευρώ θα πληρώσει επιπλέον φόρο σε σύγκριση με πέρυσι 140 ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό του φόρου παρακράτησης, από το υπουργείο Οικονομικών διευκρινίζεται ότι τα λογιστήρια των επιχειρήσεων θα λαμβάνουν υπ΄ όψιν κανονικά το αφορολόγητο ποσό των 12.000 ευρώ. Κατά συνέπεια οι διαφορές των φόρων που θα προκύπτουν από τη συγκέντρωση αποδείξεων θα αποδεικνύονται κατά την εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης.
Αγορές και τεκμήρια
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου έχει διευκρινίσει ότι δεν θα λαμβάνονται υπ΄ όψιν αποδείξεις οι οποίες αφορούν αγορές καταναλωτικών αγαθών και παροχή υπηρεσιών οι οποίες συνιστούν τεκμήρια. Τέτοιου είδους δαπάνες είναι εκτός από τα αυτοκίνητα, τα ακίνητα, τα σκάφη αναψυχής και τα έξοδα για μεγάλα ταξίδια που ξεπερνούν τις 5.000 ευρώ. Αυτό τουλάχιστον ορίζει ο νόμος σήμερα. Κατά συνέπεια, αν δεν αλλάξει αυτό, γίνεται ακόμη πιο δύσκολη η προσπάθεια για κάποιους να συγκεντρώσουν τις πολυπόθητες αποδείξεις που θα τους εξασφαλίσουν το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τις δαπάνες για εξόφληση τόκων στεγαστικών δανείων, τις ιατρικές δαπάνες, τα ενοίκια κύριας κατοικίας, τις αμοιβές δικηγόρων, τα ασφάλιστρα ζωής κτλ. παραμένουν ως έχουν. Αλλες εκπίπτουν από το εισόδημα και άλλες μειώνουν τον φόρο. Αυτές δεν πρόκειται να αλλάξουν ούτε να περιληφθούν στις υπόλοιπες αποδείξεις που προορίζονται για το «χτίσιμο» του αφορολογήτου.
Αδιευκρίνιστο παραμένει και το τι θα γίνει με τις αποδείξεις από επισκευές κατοικιών, όπου σύμφωνα με τα στοιχεία εκεί εντοπίζεται εστία φοροδιαφυγής. Οι εν λόγω δαπάνες ως σήμερα μπορούσαν να εκπέσουν σε ποσοστό ως και 40% από το εισόδημα και να οδηγήσουν σε έκπτωση φόρου ως και 16%. Με τα νέα μέτρα όμως η έκπτωση φόρου περιορίζεται στο 10%.
Οι δαπάνες για βενζίνη
Τέλος, σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι φορολογούμενοι είναι το γεγονός ότι ενώ δαπανούν κάθε μήνα σημαντικά ποσά για την αγορά καυσίμων, τη χρήση ταξί και την αγορά προϊόντων από λαϊκές αγορές και τα περίπτερα δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να λάβουν απόδειξη καθώς οι εν λόγω επαγγελματίες δεν υποχρεούνται ακόμη στην έκδοσή τους. Θα πρέπει λοιπόν άμεσα το υπουργείο να αρχίσει τις διαδικασίες ώστε να μη χαθεί και άλλος πολύτιμος χρόνος μέσα στο 2010 για την απόκτηση αποδείξεων από τους ανωτέρω επαγγελματίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου