tanea.grΑνατροπές στο εργασιακό καθεστώς, που περιλαμβάνουν την επικράτηση της «Ειδικής Επιχειρησιακής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας έναντι της κλαδικής, αλλά και απόλυση χωρίς αποζημίωση των εργαζομένων που δεν έχουν ολοκληρώσει ένα έτος στην επιχείρηση, προβλέπει το νομοσχέδιο για την ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας που ενέκρινε το υπουργικό συμβούλιο και κατατέθηκε στη Βουλή.
Το νομοσχέδιο καθιερώνει την «Ειδική Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας» η οποία θα υπερισχύει της κλαδικής σύμβασης.
Τα βασικά σημεία του νομοσχεδίου είναι:
Επανακαθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της αμοιβής όσων εργάζονται με μερική απασχόλησης,ώστεη αμοιβή τους, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής από τυχόν πρόσθετη εργασία, πέρα από αυτή που έχει συμφωνηθεί, να είναι ανάλογη με της αμοιβή του συγκρίσιμου εργαζόμενου (δηλαδή του εργαζόμενου πλήρους απασχόλησης σε ανάλογη θέση εργασίας), χωρίς προσαυξήσεις.
Επεκτείνεται ο χρόνος της διαθεσιμότητας των εργαζομένων στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα από 6 σε 9μήνες.
Επανακαθορίζεται η διάρκεια της απασχόλησης εργαζομένων σε έμμεσο εργοδότη (με τυχόν παρατάσεις) στους 36 μήνες από 18 που είναι σήμερα. Μετά την πάροδο των 36 μηνών ο εργαζόμενος θεωρείται ότι έχει σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου με τον έμμεσο εργοδότη.
Ρυθμίζεται για πρώτη φορά με νόμο η δοκιμαστική περίοδος εργασίας, στο πλαίσιο της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι η δοκιμαστική περίοδος θα έχει διάρκεια έως 12 μήνες, και η σύμβασή εργασίας μπορεί να καταγγελθεί χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση απόλυσης, εκτός κι αν έχει συμφωνηθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη κάτι άλλο.
Επανακαθορίζεται ο χρόνος προειδοποίησης για την απόλυση εργαζόμενου με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, διάρκειας εργασίας από 12 μήνες έως 24 μήνες, σε ένα μήνα. Σε περίπτωση μη προειδοποίησης, τότε προβλέπεται αποζημίωση απόλυσης ενός μηνός.
Ρυθμίζονται διαδικασίες για την απλούστευση των τρόπων ανακοίνωσης στοιχείων στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, και γενικά διευκολύνεται η εποπτεία της τήρησης της εργατικής νομοθεσίας.
Βασικά σημεία διατάξεων για ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας:
1.Στο πλαίσιο του συστήματος των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, που προσδιορίζεται με τον νόμο 1876/1990, εισάγεται στο συλλογικό Εργατικό Δίκαιο νέα μορφή συλλογικής σύμβασης εργασίας, η «Ειδική Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας» (ΕΕΣΣΕ), που κύριο σκοπό έχει τη δημιουργία και διατήρηση θέσεων εργασίας, καθώς και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
2.Οι όροι της ΕΕΣΣΕ προσδιορίζονται από τους κοινωνικούς εταίρους στο επίπεδο της επιχείρησης σε ετήσια βάση, όπως άλλωστε συμβαίνει και σε όλες τις συλλογικές συμβάσεις. Στο πλαίσιο αυτών των ΕΕΣΣΕ, είναι δυνατόν οι μισθοί να αποκλίνουν από την αντίστοιχη κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας, μέχρι το κατώφλι της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, και να προσδιορίζεται ο αριθμός των θέσεων εργασίας, καθώς και λοιποί όροι, όπως μερική απασχόληση, εκ περιτροπής εργασία, διαθεσιμότητα, διάρκεια εφαρμογής, περιλαμβανομένων τυχόν όρων για τη διαδικασία επανόδου στην κανονική εφαρμογή των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
3.Λόγω του ειδικού τους χαρακτήρα, οι ΕΕΣΣΕ δεν καλύπτονται από την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, ούτε εφαρμόζονται σε αυτές τυχόν επεκταθείσες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις.
4.Οι ΕΕΣΣΕ μπορούν να συναφθούν και σε επιχειρήσεις με λιγότερους από 50 εργαζόμενοι, όπου αν δεν υπάρχει επιχειρησιακό σωματείο, οι εργαζόμενοι εκπροσωπούνται από την κλαδική οργάνωσή τους ή την αντίστοιχη ομοσπονδία .
5.Προκειμένου να συναφθεί ΕΕΣΣΕ, τα ενδιαφερόμενα μέρη, με κοινή αιτιολογημένη έκθεσή τους καταθέτουν αυτή στο Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΚΕΕ) που διατυπώνει απλή γνώμη, για τη σκοπιμότητά της.
6.Τα αποτελέσματα εφαρμογής των ΕΕΣΣΕ στους μισθούς, στην απασχόληση, στη παραγωγικότητα και στην ανταγωνιστικότητα θα εξαρτηθούν από την ωριμότητα και την ενεργό συμμετοχή των συμβαλλομένων μερών. Η από κοινού αντιμετώπιση των προβλημάτων με πνεύμα καλόπιστου διαλόγου, αντικειμενικότητας στην πληροφόρηση και συμμετοχή στην ευθύνη αποτελούν προϋποθέσειςγια την επίτευξη των στόχων τους.
Βασικά σημεία Διαδικασίας Επίλυσης Συλλογικών Διαφορών
1.Το σύστημα επίλυσης συλλογικών διαφορών με τη μεσολάβηση και τη διαιτησία, που προβλέπεταιστο Ν. 1876/1990, βελτιώνεται με βάση την εμπειρία 18 ετών λειτουργίας του θεσμού.
2.Προβλέπεται ρητά η εφαρμογή της αρχής της ορθής κρίσης, της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας κατά τη διαδικασία μεσολάβησης και διαιτησίας.
3.Προβλέπεται ρητά η μεσολάβηση και η διαιτησία να λαμβάνει υπόψη την οικονομική κατάσταση και την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της παραγωγικής δραστηριότητας, στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά.
4.Η προσφυγή στη διαιτησία μπορεί να γίνεται σε οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων με κοινή συμφωνία των μερών ή μονομερώς στις εξής περιπτώσεις:
α)από οποιοδήποτε μέρος, εφόσον το άλλο μέρος αρνήθηκε τη μεσολάβηση , ή
β) από οποιοδήποτε μέρος μετά τη υποβολή της πρότασης μεσολάβησης, εφόσον και τα δύο μέρη προσήλθαν καισυμμετείχαν στη διαδικασία μεσολάβησης.
5.Η προσφυγή στη διαιτησία περιορίζεται στον καθορισμό βασικού ημερομισθίου ή/και βασικού μισθού. Για τα λοιπά θέματα μπορεί να συνεχιστεί οποτεδήποτε η συλλογική διαπραγμάτευση προκειμένου να συναφθεί συλλογική σύμβαση εργασίας.
6.Ενισχύεται ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων στη διοίκηση του ΟΜΕΔ και την επιλογή και αξιολόγηση των μεσολαβητών- διαιτητών.
7.Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΜΕΔ από 11μελές γίνεται 7μελές, με 6 εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων (3 εκπρόσωποι της ΓΣΕΕ και από ένας εκπρόσωπος από τον ΣΕΒ, την ΓΣΕΒΕΕ και την ΕΣΕΕ) και έναν Πρόεδρο, ο οποίος επιλέγεται με ομόφωνη απόφαση των 6 μελών του Δ.Σ. Στο Δ.Σ. προβλέπεται η συμμετοχή, ως παρατηρητή χωρίς δικαίωμα ψήφου, ενός εκπροσώπου του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Όλες οι αποφάσεις του Δ.Σ. λαμβάνονται με την ομόφωνη απόφαση και των 7 μελών του.
8.Οι κοινωνικοί εταίροι που συμβάλλονται για την κατάρτιση της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας, μετά την παρέλευση 3 ετών από τη ισχύ του νέου νόμου, αξιολογούν την αποτελεσματικότητα του θεσμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας, και προτείνουν προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης τη διατήρηση, κατάργηση ή τροποποίηση των ρυθμίσεών του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου